(1) Καπερναούμ – Capernaum
[2018, 121’, Σκηνοθεσία: Ναντίν Λαμπακί]
Διαθέσιμο έως Κυρ. 25.02 23:59
Καπερναούμ. Το μυαλό αμέσως πάει στην ομώνυμη βιβλική πόλη, συνώνυμο του «χάους και των θαυμάτων». Και όμως, η Ναντίν Λαμπακί δεν γυρίζει ένα “ιστορικοθρησκευτικό” δράμα· τουναντίον, η 45χρονη Λιβανέζα ηθοποιός και σκηνοθέτις, στην τρίτη της ταινία -μετά τις βραβευμένες επιτυχίες «Caramel» και «Where Do We Go Now?»– καταπιάνεται με την κοινωνική πραγματικότητα που επικρατεί στο Λίβανο σήμερα. Με αφετηρία την “απίστευτη” ιστορία ενός 12χρονου που μηνύει τους δικούς του για το λόγο ότι έφεραν στον κόσμο αυτόν και τα αδέρφια του, θέτει επί τάπητος το ζήτημα της τεκνοποίησης· ένα φλέγον ζήτημα που έχει κατακλύσει πρόσφατα και το εγχώριο δημόσιο διάλογο, τιθέμενο, ωστόσο, σε λάθος βάσεις.
Αντίθετα, η Λαμπακί μέσα σε 121 μόλις λεπτά επιλέγει μη επαγγελματίες ηθοποιούς, -από τους οποίους εκμαιεύει ερμηνείες τόσο αληθοφανείς, που σε ορισμένα σημεία νομίζεις πως δεν σκηνοθετεί, αλλά κινηματογραφεί ντοκιμαντέρ-, και έτσι κατορθώνει να επαναπροσδιορίσει την έννοια της μητρότητας, να ανανοηματοδήσει αυτή του «αδελφού/-ής», προσθέτοντας στο σημαίνον και την έννοια του «συμπαίκτη» στην ίδια παρτίδα για επιβίωση. Δίνει, δε, τον ορισμό της Ανάγκης, φωτίζοντας την άλλη όψη του προσφυγικού. Άνθρωποι από τις τέσσερις άκρες του ορίζοντα, απελπισμένοι, έτοιμοι να πιαστούν από κάθε κίβδηλη υπόσχεση -όχι για ένα καλύτερο μέλλον, αλλά- για ένα παρόν που θα τους εξασφαλίσει έστω την επιβίωση. Άνθρωποι χωρίς χαρτιά, χωρίς δικαιώματα, υπαρκτοί μα συνάμα ανυπόστατοι στα γραφειοκρατικά κιτάπια.
Πολλές φορές ακούγεται από το στόμα των γονιών το “εγώ θυσιάστηκα για τα παιδιά μου”. Όταν, όμως, το παιδί που γεννιέται δεν το ρώτησε κανείς, αν θέλει να σηκώσει το βάρος αυτής της θυσίας, μήπως πρέπει να μας κάνει να αναρωτηθούμε: “Τελικά; Ποιος «θυσιάζεται» για ποιόν; Οι γονείς ή τα παιδιά τους; Ποιος είναι πράγματι «άμοιρος» επιλογών”;
(2) Ο Πατέρας – The Father
[2020, 92’, Σκηνοθεσία: Φλοριάν Ζελέρ]
Διαθέσιμο έως Τρ. 26.03 23:59
Όσκαρ ερμηνείας για (τον 84χρονο τότε) Άντονι Χόπκινς, Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου, υποψηφιότητα Όσκαρ για μοντάζ του “δικού μας”, Γιώργου Λαμπρινού.
Αν τα παραπάνω δεν αρκούν για να σας πείσουν να δείτε την πολύ επιτυχημένη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του βραβευμένου θεατρικού έργου, τότε, δείτε το μόνο και μόνο για την τελευταία σεκάνς· ο Χόπκινς, όχι μόνο δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, αλλά μας κάνει να νιώσουμε στο πετσί μας και να ριγήσουμε σύγκορμοι από το πόσο χαμένος μπορεί να αισθάνεται κάποιος που πάσχει από κάποια ανιακή ασθένεια (?)· κυριολεκτικά, σαν “να χάνει τα φύλλα” του, τις ρίζες του, τις σταθερές του.
Η ταινία ξεκινά με ένα στρωτό ρυθμό, αλλά όσο η πλοκή εκτυλίσσεται, το καλοδουλεμένο μοντάζ ανεβάζει ρυθμούς, με αποτέλεσμα να παρασυρόμαστε στη δίνη ενός “θρίλερ δωματίου”· ή μάλλον καλύτερα να εγκλωβιζόμαστε στις στενές, ασφυκτικά αδιέξοδες ατραπούς ενός μυαλού που βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση. Προσωπικά, δεν έχω βιώσει μια πιο διεισδυτική -κινηματογραφικά- ματιά σε έναν εγκέφαλο που νοσεί από αυτή που μας χάρισε ο Φλοριάν Ζελέρ.
(3) Η Άγρια Αχλαδιά (The Wild Pear Tree)
[2018, 181’ Σκηνοθεσία: Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν]
Διαθέσιμο έως Τρ. 09.04 23:59
Ο Κωνσταντινουπολίτης δραματουργός, πριν τη φετινή επιτυχία των “Ξερών Χόρτων” (On Dry Grasses), και τέσσερα χρόνια μετά το βραβευμένο με Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών, “Χειμερία Νάρκη”, μας βάζει να τον ακολουθήσουμε στη φύση της τουρκικής επαρχίας και πιο συγκεκριμένα, αυτή τη φορά στο Τσανάκαλε των Δαρδανελίων.
Στο επίκεντρο της ιστορίας, ο νεαρός Σινάν, ο οποίος μετά τις σπουδές του, επιστρέφει αναγκαστικά στο βαρύθυμο και βαρετό χωριό του. Μεταξύ των σχεδίων του για να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο και να δει τι θα κάνει με το μέλλον του, περιπλανάται στο χωριό, όπου και συναντά διάφορους συγχωριανούς και οικείους του, οι οποίοι με τη σειρά τους από συνοδοιπόροι μετουσιώνονται σε δέκτες των μύχιων αναστοχασμών του νεαρού. Τα θέματα των συζητήσεών τους ταλαντώνονται μεταξύ εφήμερων και διαχρονικών ανησυχιών, την ηθική και κοινωνική διάσταση της ευθύνης του καλλιτέχνη, τη στάση που πρέπει να κρατήσει απέναντι στην παράδοσης και τον εκσυγχρονισμό.
Στην τρίωρη και διόλου οικονομική –από άποψης χρόνου- “Άγρια Αχλαδιά”,ο Τσεϋλάν φέρνει με διειδυτικό, σχεδόν χειρουργικό τρόπο, στην επιφάνεια τις πληγές της σύγχρονης Τουρκίας από όλο το κοινωνικοπολιτικό της γίγνεσθαι.
(4) Annette
[2021, 135’, Σκηνοθεσία: Λεός Καράξ]
Διαθέσιμο έως Τρ. 31.12 23:59
Αποφασίζοντας κάποιος να δει το σινεμά του Λεός Καράξ, σφίγγει -μετά λόγου γνώσεως- το χέρι του σκηνοθέτη και προσχωρεί σε μια συνθήκη: υπάρχει μια μεγάλη πιθανότητα αυτό που θα δει να μην βγάζει κανένα απολύτως νόημα (τουλάχιστον με την πρώτη ματιά). Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι το έργο του σπουδαίου Γάλλου εικονοπλάστη στερείται σπουδαιότητας ή κάνει εκπτώσεις στην τέρψη μας.
Μετά το διθυραμβικών κριτικών, «Holy Motors» (2012), ο Καράξ επιλέγει το musical ως genre, που όμως και πάλι φέρει την δική του ιδιοσυγκρασιακή του υπογραφή. Δραματουργικό του όχημα; Οι κλυδωνισμοί, που διέρχεται η παθιασμένη σχέση μεταξύ ενός αντισυμβατικού και αυτοκαταστροφικού stand-up κωμικού, που υποδύεται -ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του-, ο Άνταμ Ντράιβερ, και μια διεθνούς φήμης σοπράνο, που υποδύεται η Μαριόν Κοτιγιάρ, καθώς η καριέρα του πρώτου παίρνει την κατιούσα.
Όμως, δεν είναι αυτός ο λόγος, για τον οποίο αξίζει κανείς να δει το “Annette”· τουναντίον, πρέπει να δει κανείς το “Annette” για την one of a kind μαεστρία, με την οποία ο Καράξ χειρίζεται τα εκφραστικά μέσα που έχει επιλέξει. Πιο ενδιαφέρον από όλα, το παιχνίδι και οι μετάβασεις που κάνει από το ένα αφηγηματικό επίπεδο στο άλλο· από το περιορισμένο “οπτικό πεδίο” που προσφέρει η θέση μας ως κοινού που παρακολουθεί απλά την παράσταση της πρωταγωνίστριας, Άνν (Μαριόν Κοτιγιάρ), μέσω ενός δεξιοτεχνικού τράβελινγκ πλάνου, μεταφερόμαστε πάνω στη σκηνή, δίπλα της, παρεισφρέοντας δειλά – δειλά στα μύχια της ψυχής της.
Αν αυτός δεν είναι λόγος, η πρωτότυπα αλλόκοτη διάσταση που παίρνει η εξέλιξη της πλοκής σίγουρα είναι ένα πειστικό επιχείρημα.
(5) Στο Δωμάτιο – In the Room
[2019, 13’, Σκηνοθεσία: Γεωργία Σωτήρχου]
Διαθέσιμο έως Κυρ. 18.02 23:59
Ευθανασία, αυτοχειρία ή όπως αλλιώς θέλετε, πείτε το. Στο άρθρο 2 του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα μας στην αξιοπρεπή διαβίωση, το “εὖ ζῆν”· εντούτοις, ο συνταγματικός νομοθέτης σε κανένα από τα 120 άρθρα του δεν κάνει λόγο για το “εὖ θνήσκειν”, το δικαίωμα σε ένα αξιοπρεπή θάνατο.
Αντιθέτως, η Γεωργία Σωτήρχου τολμά και στη δεύτερη μόλις ταινία της καταπιάνεται με αυτό το ακανθώδες και -από ηθικής σκοπιάς- αμφιλεγόμενο ζήτημα. Όταν στην εξίσωση, δε, μπαίνει και η παράμετρος του “Θεού”, οι γραμμές γίνονται ακόμα πιο θολές μεταξύ ηθικού – ανήθικου, επιτρεπτού και ανεπίτρεπτου.
Οι άνθρωποι είμαστε οι μοναδικοί μέσα στο ζωικό βασίλειο που έχουμε “προικιστεί με το προνόμιο” της επίγνωσης του θανάτου. Όταν, το επερχόμενο τέλος πλησιάζει, κατά πόσο μπορείς να επιλέξεις την ώρα και τον τρόπο που αυτό θα λάβει χώρα; Και αν συμφωνήσουμε ότι μπορεί κανείς να επιλέξει, μπορεί να ορίσει κάποιον τρίτο εντολοδόχο να σηκώσει το άχθος του να δώσει το τέλος του αντί για αυτόν;
Το “Στο Δωμάτιο” της Γεωργίας Σωτήρχου είναι μία από τις μικρού μήκους που μαζί με το “Καρτ Ποστάλ Από Το Τέλος Του Κόσμου” του Κωνσταντίνου Αντωνόπουλου (σκηνοθέτη του επιτυχημένου τηλεοπτικού “Σωτέ”) ξεχωρίσαμε στο 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας “Νύχτες Πρεμιέρας”, το 2019 δηλαδή, και αποτελεί ευχάριστη έκπληξη που βρίσκεται στον κατάλογο των διαθέσιμων ταινιών του Ertflix.