Art & Culture Ταξίδια

Mamma Mia! 8 υπέροχες ταινίες που ανέδειξαν τις ομορφιές των ελληνικών νησιών

Το βαρκάκι του Utopia Zone, σαλπάρωντας στις θάλασσες του Αιγαίου και του Ιονίου, έκανε στάσεις σε 9 ελληνικά νησιά, όπου 8 ξένες και ελληνικές παραγωγές του κλασικού και νεότερου κινηματογράφου επέλεξαν για σκηνικό τους.

Τα ελληνικά νησιά ανέκαθεν ενέπνευσαν τους δημιουργούς της 7ης Τέχνης και άλλοτε αποτέλεσαν απλά τον καμβά, άλλοτε διαδραμάτισαν ρόλο – κλειδί στην εξέλιξη της πλοκής σε πάμπολλες ταινίες. Το βαρκάκι του Utopia Zone, σαλπάρωντας στις θάλασσες του Αιγαίου και του Ιονίου, έκανε στάσεις σε 9 ελληνικά νησιά, όπου 8 ξένες και ελληνικές παραγωγές του κλασικού και νεότερου κινηματογράφου επέλεξαν για σκηνικό τους.

Νίσυρος – Παράθυρο στη θάλασσα (Una ventana al mar, 2019, 105’)

Πρώτη στάση το “Παράθυρο στη Θάλασσα” και τη Νίσυρο, ένα μικρό νησάκι μεταξύ Κω, Τήλου, Αστυπάλαιας και Σύμης. Μια πενηνταπεντάχρονη διαζευγμένη γυναίκα από το Μπιλμπάο, η Μαρία, στο άκουσμα δυσάρεστων νέων για την υγεία της, επιλέγει να αποδράσει με τις φίλες της στο απομακρυσμένο νησί της Νισύρου. Όταν οι μέρες της απόδρασης τελειώσουν, η Μαρία θα αποφασίσει να μην ακολουθήσει τις φίλες της πίσω στην Ισπανία, αλλά να μείνει στο νησί. Σε ένα νησί που κατά τη διάρκεια του χειμώνα είναι μια χούφτα άνθρωποι, θα πέφτει συνέχεια πάνω στο Στέφανο, έναν ψαρά, που υποδύεται με την εκλεκτή, υποβλητική, σκληροτράχηλη παρουσία και το αφαιρετικό του “παίξιμο”, ο δικός μας, Ακύλας Καραζήσης. Ενώ οι πρώτες επαφές τους θα χαρακτηριστούν από καχυποψία και επιφυλακτικότητα, όσο περνάει ο καιρός μεταξύ τους θα αναπτυχθούν μεταξύ τους δυναμικές που θα ζήλευαν και τα πιο δυνατά ρομάντζα. Έτσι, η ιστορία της Μαρίας και του Στέφανου μας επιβεβαιώνει πως ο Έρωτας, αν είμαστε ανοιχτοί και αληθινοί με τον εαυτό μας, θα έρθει να μας βρει στα πιο απίθανα μέρη, σε ηλικίες και σε φάσεις Ζωής που ακόμα και οι ίδιοι θεωρούμε τον εαυτό μας ξεγραμμένο. Ο Χιμένεθ , αποφεύγει τις ατραπούς του μελό και του “ζήσαν αυτοί καλύτερα”, αποτυπώνοντας με ρεαλιστικότητα την ίδια τη Ζωή· αυτή που ο,τι και αν γίνει, συνεχίζεται.

*Η ταινία σε συμπαραγωγή της Heretic, βρίσκεται διαθέσιμη στο Cinobo.

Χάλκη – Φως που Σβήνει (Βασίλης Ντούρος, 2000, 95’)

Κατευθυνόμαστε λίγο πιο νότια και κάνουμε μια στάση στο “Φως που Σβήνει” και στο νησί της Χάλκης. Θυμάμαι τον εαυτό μου πιτσιρικάκι να πηγαίνουμε με το σχολείο στο “ΑΦΑΙΑ” στη Δημοσθένους, ένα από τα εναπομείναντα σινεμά της Καλλιθέας που χάθηκαν μέσα στην κρίση (Σημ.: ο ένας και μοναδικός χειμερινός κινηματογράφος στην Καλλιθέα, ενός από τους πολυπληθέστερους δήμους στην Αττική, έκλεισε λίγους μήνες πριν, γιατί ο εκμισθωτής δεν ήθελε να συνεχίσει τη μίσθωση). Αν και έχει περάσει μια εικοσαετία και βάλε από την πρώτη φορά που είδα το “Φως που Σβήνει”, το σώμα μου ακόμα θυμάται τα ρίγη συγκίνησης που το είχαν διαπεράσει τόσο η ιστορία του μικρού Χρήστου, ενός παιδιού θαύματος όσον αφορά τη μουσική που μια ανίατη ασθένεια θα το καταστήσει τυφλό, όσο και το άγριο τοπίο της Χάλκης. Το εκπληκτικό μουσικό ταλέντο του Χρήστου στο βιολί θα γίνει αντιληπτό από το φαροφύλακα, τον οποίο υποδύεται ο Αλέκος Αλεξανδράκης, και ο οποίος θα τον προικίσει, όχι μόνο με συμβουλές σχετικά με τη μουσική, αλλά και για τα μυστικά της ίδιας της ζωής. Θετική επίδραση στη ζωή του Χρήστου, έχει και η άφιξη στο νησί της νέας δασκάλας, της Μαρίας, που την υποδύεται η Βίκυ Βολιώτη. Η Μαρία, παρά την αδιαφορία του μικρού για το σχολείο, ενσκύπτει και αφουγκράζεται το ταλέντο του, πείθοντάς τον να συμμετέχει σε ένα μουσικό διαγωνισμό. Ακόμα και αν μια αίσθηση αργά – αργά σε εγκαταλείπει, όταν έχεις για εφόδια ένα υποστηρικτικό πλαίσιο, τα εμπόδια υπερβαίνονται με κουράγιο και θάρρος.

Άνδρος – Μικρά Αγγλία (Παντελής Βούλγαρης, 2013, 132’)

Ακόμα ηχεί στα αυτιά μου το σπαρακτικό Σπύρο, Αγάπη μου” της Όρσας, να εναλλάσσεται με το ασπρόμαυρο πλάνο των κυμάτων της Άνδρου, στο άκουσμα του αιφνίδιου χαμού του κρυφά αγαπημένου της. Ο λόγος για τη “Μικρά Αγγλία” του Παντελή Βούλγαρη, ο οποίος με όχημα το εξαιρετικό μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνης και τις ερμηνείες των τότε ανερχόμενων Πηνελόπης Τσιλίκα, Σοφίας Κόκκαλη και Ανδρέα Κωνσταντίνου, μας παραδίδει ένα κινηματογραφικό αριστούργημα. Σε πρώτο πλάνο η σοκαριστική ιστορία δύο αδερφών που αγάπησαν τον ίδιο άνδρα. Σε δεύτερο πλάνο, η Άνδρος του Μεσοπολέμου και της Κατοχής, και οι κοινότητες των γυναικών στο νησί που περίμεναν τους ναυτικούς τους να γυρίσουν από το μπάργκο, και πως κατάφεραν και επιβίωσαν, στέκοντας αληλλέγγυα η μία στην άλλη, κόντρα στην ανέχεια και τις κακουχίες. Μια ταινία που διδάσκει βιωματικά πως “το γινάτι βγάζει μάτι”, αλλά και τις ολέθριες επιπτώσεις του Έρωτα, όταν αποφασίζεις να τον ζήσεις στη σιωπή.

Καστελόριζο – Μediterraneo (1991, 96’)

Πηγαίνοντας στο νοτιοανατολικότερο άκρο της Ελλάδας, στο ακριτικό, Καστελόριζο και πίσω στο 1991, συναντάμε το “Μediterraneo” του Ιταλού Γκαμπριέλε Σαλβατόρες, που κέρδισε Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας με τη συμμετοχή της δικής μας, Βάνας Μπάρμπα, στο ρόλο της ιερόδουλης του νησιού, με το όνομα “Βασίλισσα”. Όταν, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα πλοίο θα αφήσει μια Ιταλών στρατιωτών στο νησί για να μεταδίδουν το πέρασμα εχθρικού στόλου, οι κάτοικοι του νησιού θα κρυφτούν. Αφότου οι Ιταλοί στρατιώτες αποδειχθούν “άκακοι”, οι ντόπιοι θα εμφανιστούν. Με το πέρασμα του χρόνου, και εφόσον καταστεί κοινός τόπος για όλους πως είναι “ξεχασμένοι από το Θεό”, όλοι τους θα χαλαρώσουν και θα συνηγορήσουν προφητικά πως καλύτερο είναι το “make love, not war”.

Αμοργός – La Grand Bleu (Ζαν-Λικ Μπεσόν, 1988)

Καταπιανόμενοι με τα “κλασικά”, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε την ταινία-ωδή στις ομορφιές του Αιγαίου. Δύο δύτες, ο Ζαν Μαρκ Μπαρ και ο Ζαν Ρενό, που έχουν βαλθεί να καταγράψουν το “μπλε” του κόσμου, από το Βόρειο Πόλο μέχρι τη γειτονική μας Ταορμίνα, επιλέγουν για τελευταία στάση τους την Αμοργό. Από τα πλάνα της ταινίας, δεν θα λείψουν τα τοπόσημα του νησιού, η Μονή της Παναγίας Χοζοβιώτισσας και το ναυάγιο «Ολυμπία».

Ύδρα – To παιδί και το δελφίνι (Τζιν Νεγκουλέσκο, 1957)

Πίσω στο 1957 και στην Ύδρα, όπου η εκπάγλου καλλονή Σοφία Λόρεν υποδύεται τη  δύτρια – αλλιεύτρια σφουγγαριών. Όταν, σε μια από τις καταδύσεις της, θα ανακαλύψει ένα αρχαίο άγαλμα ενός αγοριού πάνω σε ένα δελφίνι, θα έρθει αντιμέτωπη με ένα καυτό δίλημμα: να το δώσει σε ένα συλλέκτη έργων τέχνης ή σε έναν ανθρωπολόγο που θα το δώσει στο ελληνικό κράτος; Η πρώτη απόπειρα αμερικανικής παραγωγής να γυριστεί μια ταινία στην Ελλάδα. Άραγε όταν η Σοφία τραγουδούσε αισθαντικά το “Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη”, θα φανταζόταν ποτέ ότι δεκαετίες μετά, η ερμηνεία της θα έκλεινε μια από τις πιο επιτυχημένες ταινίες του Γιώργου Λάνθιμου;

Κεφαλονιά – Το μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι (John Madden, 2001, 121’)

Κατά τη διάρκεια της Ιταλογερμανικής Κατοχής, πέφτει ο κλήρος στο Λοχαγό Κορέλι (Νίκολας Κέιτζ) να επιβάλει την τάξη στο νησί της Κεφαλονιάς. Μεταξύ της εξάσκησης του Λοχαγού στο μαντολίνο και των κονσέρτων στα πλαίσια της σύσφιξης σχέσεων και της “αρμονικής συμβίωσης των δύο λαών”,  ο Λοχαγός ερωτεύεται την κόρη του γιατρού του νησιού, Πελαγία, την οποία υποδύεται η γοητευτική Πενέλοπε Κρουζ. Στο ρόλο του ψαρά, ο Κρίστιαν Μπέιλ. Η Σάμη, η παραλία του Αντίσαμου και το χωριό Διχαλιά αποτέλεσαν το σκηνικό της ταινίας.

Σκόπελος – Σκιάθος – Mamma mia (Phyllida Lloyd, 2008, 108’)

Ήμαστε, θυμάμαι, στο Γυμνάσιο, όταν η φίλη μου η Ράνια με ενημέρωσε πως αστέρες του Χόλυγουντ έχουν κατακλύσει το νησί της, τη Σκόπελο. Θα επρόκειτο για τη μεταφορά του πετυχημένου μιούζικαλ “Mamma mia” από τη σκηνή του West End και του Βroadway στη μεγάλη οθόνη. Κατά την προετοιμασία του γάμου, η Σόφι (Αμάντα Σεφριντ) θα βαλθεί να βρει ποιος είναι ο πραγματικός της πατέρας, καλώντας τους 3 “υπόπτους” στο νησί. Ένα γαϊτανάκι ατυχών -και μη- συμπτώσεων με πρωταγωνίστρια τη μητέρα της (Μέριλ Στριπ) θα κλώθεται με υπόκρουση τα τραγούδια των Abba και με φόντο τις ειδυλλιακές, καταπράσινες παραλίες των Σποράδων μας και δη της Σκιάθου και της Σκοπέλου.

Η Βίβιαν Μελικόκη μένει Γκύζη, σπούδασε Νομικά. Γράφει για ταινίες, λες κι μια εικόνα δεν κάνει για χίλιες λέξεις, ενώ ακούει ραδιόφωνο ακατάπαυστα. Της αρέσει να καταναλώνει Τέχνες, αλλά περισσότερο τα κεφτεδάκια της γιαγιάς της.
X