Κοιτώντας τον, οι πρώτες λέξεις που σου έρχονται στο μυαλό για να τον περιγράψεις είναι: «ήρεμη δύναμη». Αυτό ίσως οφείλεται στο γαλανό, «καθαρό» βλέμμα με το οποίο κοιτά πάντα τον φακό. Ίσως, όμως, και στην καθαρότητα με την οποία ερμηνεύει όποιον ρόλο και αν αναλάβει.
Ο Μιχάλης Συριόπουλος είναι από τους ηθοποιούς που κάθε φορά δεν υποδύεται απλά τον ήρωά του αλλά κυριολεκτικά «μεταμορφώνεται» σε αυτόν. Αλλάζει εμφάνιση και μεταλλάσσεται μέσα από την τέχνη που αγαπά, είτε αυτή λαμβάνει χώρα στο θέατρο είτε στην τηλεόραση όπου τον απολαμβάνουμε τα τελευταία χρόνια.
Από τον γοητευτικό αλλά και ειρωνικό «Ηρακλή Δελλή» της «Σκοτεινής θάλασσας», στον μυστηριώδη «Γιάννη Μαρμάρη» των «Πανθέων» και φέτος τον «Αλέξανδρο Ντεσλόρ» του «Grand Hotel», δύσκολα καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για τον ίδιο άνδρα. Κοινό χαρακτηριστικό σε όλους τους ρόλους του, ωστόσο, είναι ο τρόπος που εκείνους καταφέρνει να τους «περνάει» στο κοινό που τον αγαπά και τον έχει ξεχωρίσει από την πρώτη στιγμή.
Πέρα όμως από την παρουσία στην τηλεόραση, ο Μιχάλης Συριόπουλος έχει κάνει μια πολύ μεγάλη πορεία στο θέατρο, όπου έχει υποδυθεί σημαντικούς ρόλους. Στο θέατρο μάλιστα, ο ηθοποιός το 2019 έζησε τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του…
Το βραβείο Χόρν και το μεγάλο «ευχαριστώ» στους γονείς του
«Θέλω να αφιερώσω αυτό το βραβείο σε δύο ανθρώπους που μου έμαθαν να είμαι καλοπροαίρετος και να χαμογελάω στα δύσκολα, στους γονείς μου». Με αυτά τα λόγια είχε ξεκινήσει τον λόγο του, το 2019, όταν πήρε στα χέρια του το Θεατρικό Βραβείο «Δημήτρης Χορν», για την ερμηνεία του στον ρόλο του Καντίντ στο «Καντίντ ή Η Αισιοδοξία» του Βολταίρου.
Η ζωή όμως, παίζει περίεργα παιχνίδια, αφού όπως ανέφερε το ίδιο βράδυ, στα πρώτα του βήματα, έπαιρνε μέρος σε διάφορες οντισιόν, ερμηνεύοντας το τραγούδι του Δημήτρη Χορν “Πες μου μια λέξη” και τον απέρριπταν. Μερικά χρόνια αργότερα, σε μια άλλη σκηνή θεάτρου θα κρατούσε το βραβείο με το όνομά του!
Το μικρόβιο της υποκριτικής υπήρχε μέσα στον Μιχάλη Συριόπουλο από τότε που ήταν στο νηπιαγωγείο. Τελικά, η απόφαση να σπουδάσει αυτό που αγαπάει πάρθηκε στα 17 του, όταν μπήκε στην Ανωτέρα Δραματική Σχολή «Σύγχρονο θέατρο – Βασίλης Διαμαντόπουλος», από όπου αποφοίτησε με υποτροφία το 2009. Ο πρώτος του ρόλος ήταν στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος με την παράσταση «Λεωφορείον ο Πόθος» και η συνέχεια ήταν παραπάνω από καλή.
Στην Αθήνα κατέβηκε σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, και όπως έχει πει ο ίδιος, είχε μόλις 20ευρώ στην τσέπη του και τον αγαπημένο του σκύλο στην αγκαλιά του. Εκτός από αυτά όμως, είχε και αμέτρητα όνειρα, τα οποία κυνήγησε με πάθος και κατάφερε να κατακτήσει πολλά από αυτά.
Η εξομολόγηση για το bullying που βίωσε όταν ήταν μικρός
Μπορεί η επιτυχία και η καταξίωση να έχουν έρθει στη ζωή του, ωστόσο η διαδρομή ζωής του Μιχάλη Συριόπουλου είχε και αρκετές δυσκολίες. Μια από αυτές ήταν και το bullying που, όπως εξομολογήθηκε σε συνέντευξή του, βίωσε όταν ήταν μικρός. Αιτία ήταν τα κιλά του και το γεγονός ότι δεν ήταν από τα αγόρια που αγαπούσαν το ποδόσφαιρο, αλλά το θέατρο: «Είχα διάφορα επίθετα: ‘Γκοτζίλας’, ‘Χοντρούλης’… διάφορα τέτοια. Αλλά είχα φτιάξει μια περσόνα τότε που τα έπαιρνε όλα ελαφρά και γελούσε με τον εαυτό της πάρα πολύ», είχε πει ο ίδιος στην εκπομπή της ΕΡΤ, «Πρωίαν εις είδον».
Το πείσμα και το πάθος για αυτό που ήθελε να κάνει τον οδήγησε να χάσει 36 κιλά και να ξεκινήσει την πορεία του προς την επιτυχία, δίνοντας με αυτό τον τρόπο την καλύτερη απάντηση σε όσους του φέρθηκαν με άσχημο τρόπο στο παρελθόν.
Ποιος είναι ο Αλέξανδρος Ντεσλόρ, που υποδύεται φέτος
O κόμης Αλέξανδρος Ντεσλόρ, που υποδύεται φέτος στο Grand Hotel του Αντ1, είναι ένας γόνος αριστοκρατικής οικογένειας με τίτλους ευγενείας. Ως μοναδικός απόγονος της οικογένειας του Παύλου Ντεσλόρ, πέρασε την παιδική του ηλικία στα ανάκτορα διάφορων βασιλικών οικογενειών της Ευρώπης. Ο Αλέξανδρος δεν είχε κανένα σταθερό πρόσωπο στη ζωή του και δεν κατάφερε να γίνει αποδεκτός από κανένα περιβάλλον. Ταλανίζεται συνεχώς από συμπλέγματα ανωτερότητας και κατωτερότητας, οι αρχές και η ηθική είναι πάνω απ’ όλα γι’ αυτόν, αλλά μπορεί να γίνει και εκδικητικός όταν χάνει.