Οι διαφορές ανάμεσα στα είδη αστυνομικής λογοτεχνίας είναι πολυάριθμες, επομένως δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο να τα κατατάσσουμε σε σχολές αναφορικά με τους συγγραφείς του είδους, πολλώ δε μάλλον να κάνουμε λόγο για ενότητα ύφους ή κοινές αφηγηματικές τεχνικές. Παρότι πάντως υπάρχουν αμέτρητα είδη noir λογοτεχνίας (αγγλοσαξονικό noir, αμερικάνικο hardboiled κ.ά.), σημαντικό αναγνωστικό κοινό έχουν κατακτήσει –για διαφορετικούς λόγους έκαστο– το σκανδιναβικό και το μεσογειακό noir.
Παρότι με τον όρο σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία αναφερόμαστε σε μυθιστορήματα συγγραφέων από τη Σουηδία, τη Νορβηγία, τη Δανία, τη Φινλανδία και την Ισλανδία, οι ιστορίες τους μοιάζει να συναντώνται σε έναν κοινό τόπο με γνώριμα χαρακτηριστικά: το μουντό, υγρό τοπίο που μαστίζεται από βροχές, χιόνι και χαλάζι, ενισχύοντας το κλίμα αντιξοότητας που επικρατεί στο εξωτερικό περιβάλλον (οι φόνοι) αλλά και το εσωτερικό (ο φόβος, η αγωνία). Άνθρωποι του περιθωρίου που πνίγουν σιωπηλά τους προσωπικούς τους δαίμονες στο αλκοόλ και άλλες καταχρήσεις κινούνται σε παράλληλη πορεία με την τακτοποιημένη ζωή του μεσοαστού που μοιάζει κενή ουσίας και περιεχομένου. Μαζί χορεύουν, αφήνοντας στον αναγνώστη μια επίγευση ματαιότητας για τη ζωή, παρά το υψηλό βιοτικό επίπεδο που χαρακτηρίζει τον παγωμένο βορρά. Μαζί συνθέτουν μια πραγματικότητα που αγκομαχά υπό το βάρος της ψυχρής κοινωνικής ομοιοτροπίας με ανθρώπους αποστασιοποιημένους από τα συναισθήματά τους, κατά περίπτωση πλήρως αποκομμένους από την ανθρωπιά τους.
Από την άλλη μεριά, σε μια μεσογειακή κοινωνία όπου «όλοι είναι ένοχοι», η κλασική δομή whodunit –σταθερό στοιχείο της σκανδιναβικής συγγραφικής αφήγησης (όπως και άλλων αστυνομικών ειδών)– ανατρέπεται πιο εύκολα. Στο μεσογειακό noir η πλοκή δεν εστιάζει τόσο στην επίλυση της υπόθεσης και ξετυλίγει το νήμα της με τρόπο πιο πολυδιάστατο. Η ματιά των μεσογειακών συγγραφέων διεισδύει βαθύτερα στις κοινωνικές παθογένειες που οπλίζουν το χέρι του δράστη, ασκώντας κατά τρόπο άμεσο ή πιο έμμεσο κριτική στις αρχές. Μια άλλη χαρακτηριστική διαφορά είναι το στοιχείο της λογοτεχνικότητας, το οποίο κατά κανόνα έχει δευτερεύουσα σημασία στη σκανδιναβική σχολή, η οποία έχει συχνά κατηγορηθεί πως καταφεύγει σε αφηγηματικές ευκολίες που θυμίζουν τηλεοπτικά sitcoms.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου είχα μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Δημήτρη Σίμο για το πώς στη συγγραφή του δανείστηκε τις σκοτεινές πινελιές της σκανδιναβικής αστυνομικής λογοτεχνίας και τις ενσωμάτωσε στο μεσογειακό noir, που είναι και το είδος που ο ίδιος υπηρετεί. Παρότι λοιπόν οπαδός της μεσογειακής αστυνομικής λογοτεχνίας, αναγνωρίζει ως πηγή έμπνευσης για τα έργα του και το σκανδιναβικό noir.
Ο 36άχρονος συγγραφέας που μας σύστησε με το έργο του τον αστυνόμο Καπετάνο, ήρωα της σειράς αστυνομικών βιβλίων «Σκοτεινά Νερά», γνώρισε από νωρίς την επιτυχία. Η πρώτη του κιόλας συγγραφική δουλειά, Τα Βατράχια, έλαβε την πρώτη θέση στον πανελλήνιο διαγωνισμό μυθιστορήματος Ασημένια Σελίδα, ενώ ήταν και υποψήφιος για το βραβείο Νέου Λογοτέχνη του λογοτεχνικού περιοδικού «Κλεψύδρα».
Τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται παράλληλα και ως σεναριογράφος, καθώς η σειρά βιβλίων «Σκοτεινά νερά» διασκευάζεται ως τηλεοπτική σειρά, ενώ το ψυχολογικό θρίλερ «Σώσε με» που βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του έχει ήδη ξεκινήσει το ταξίδι του στο Netflix σε Ελλάδα και Κύπρο (πρώτα προβλήθηκε στη μικρή οθόνη τη σεζόν 2022-23 για τον Ant1).
Πώς σε επηρέασε η ανάγνωση σκανδιναβικών noir βιβλίων και από πότε ξεκίνησες να γράφεις τα δικά σου βιβλία;
Γενικά μου αρέσει η σκανδιναβική λογοτεχνία, μου αρέσει πολύ ο Γιου Νέσμπο [Jo Nesbo] ως εκπρόσωπός της αλλά και πιο παλιοί, όπως ο Στιγκ Λάρσον με το Κορίτσι με το Τατουάζ κ.ά. Πλέον γράφω οχτώ χρόνια, από τα δεκαέξι. Ξεκίνησα να διαβάζω Νέσμπο προτού αρχίσω να γράφω και μου άρεσε πολύ.
Θες να μας μιλήσεις για την καλοκαιρινή σου συνάντηση με τον μετρ του είδους Γιου Νέσμπο τον Σεπτέμβριο του 2023 στην Αθήνα, στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας»;
Έχω διαβάσει αρκετά από τα βιβλία του – και με τον ήρωα Χάρι Χόλε και χωρίς τον Χάρι Χόλε. Κάποια στιγμή που είχαμε χρόνο να μιλήσουμε του είπα πως θεωρώ ότι το καλύτερο βιβλίο του είναι το Βασίλειο και το γνωρίζει και ο ίδιος.
Παρότι ζεις και γράφεις σε μια μεσογειακή χώρα, έχεις αντλήσει καθόλου στοιχεία από τα σκανδιναβικά αστυνομικά μυθιστορήματα;
Ναι, κυρίως ως προς τον τόπο όπου διαδραματίζονται. Όταν λέω «τόπος» δεν εννοώ τη Σκανδιναβία, αλλά τα τοπία, τη φύση. Η Σκανδιναβία είναι μουντή και σκοτεινή, πράγμα που βοηθάει στη δημιουργία ατμόσφαιρας. Αυτό έχει επηρεάσει κι εμένα στα δικά μου βιβλία. Και ως προς τα αναγνώσματα που διαβάζω αλλά και ως προς αυτά που γράφω. Παρότι η Ελλάδα είναι πιο φωτεινή χώρα και άρα της ταιριάζει πιο πολύ το μεσογειακό noir, μου αρέσει να επιλέγω τόπους που είναι έτσι πιο μουντοί, πιο σκοτεινοί.
Π.χ. στο Σώσε Με είχα επιλέξει τη Θράκη. Και τώρα στο Πάρε Ανάσα που είναι ψυχολογικό θρίλερ είχα επιλέξει τις καλλιέργειες μυδιών στο Δέλτα Αξιού.
Η Ελλάδα δεν είναι μόνο ήλιος και νομίζω ότι και η σειρά «Σώσε με» αγοράστηκε από το Netflix επειδή έδειξε μια διαφορετική πλευρά της Ελλάδος.
Ποια είναι τα γνωρίσματα που διαφοροποιούν κατά τη γνώμη σου το σκανδιναβικό αστυνομικό είδος από το μεσογειακό;
Αυτό που κάνει το πρώτο ιδιαίτερα διακριτό είναι ότι τους αρέσει να παρουσιάζουν τα εγκλήματα με μεγαλύτερο ρεαλισμό και παραστατικότητα. Το μαχαίρωμα, οι πυροβολισμοί, τα αίματα. Ενώ στο μεσογειακό αυτό το κομμάτι παρουσιάζεται μέσω διαφορετικής αφήγησης, με μεγαλύτερη λογοτεχνικότητα. Το σκανδιναβικό είναι πολύ ωμό και αληθινό. Στο κομμάτι του μεσογειακού noir, αν πάρουμε ως παράδειγμα τον Αντρέα Καμιλέρι, οι αφηγήσεις διαφέρουν στην αποτύπωση του εγκλήματος. Ο συγγραφέας μπορεί να γράφει κάτι και να κρύβει μια χιουμοριστική νότα από πίσω, μπορεί να υπονοεί και κάτι άλλο. Στο σκανδιναβικό υπάρχει πιο άμεση αφήγηση των γεγονότων, χωρίς να υπονοείται κάτι άλλο. Έχουμε κάτι πιο «βόρειο» δηλαδή – ο λόγος και η αφήγηση είναι ευθείς, αυτό που λέει, αυτό είναι. Αυτό έχει να κάνει με το ύφος της γλώσσας και με το πώς επικοινωνούν μεταξύ τους. Γενικά οι Νορβηγοί θέλουν να σοκάρουν με τις σκηνές τους, χρησιμοποιούν πολύ το στοιχείο του σοκ. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά απορρέουν κυρίως από τον τόπο όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα.
Για τους χαρακτήρες των ηρώων τι παρατηρείς;
Οι ήρωες χτίζονται με βάση τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά κάθε χώρας. Τους ήρωες τους βλέπουμε να τρώνε ένα οργανωμένο πρωινό, πράγμα που δεν βλέπουμε σε άλλες κουλτούρες, ή να καπνίζουν και να θεωρούνται γι’ αυτό παρίες. Παρατηρώ επίσης ότι η εγκληματική/παραβατική πράξη δεν γίνεται συνήθως λόγω του ταμπεραμέντου και εν βρασμώ ψυχής, αλλά είναι κάτι το οποίο χτίζουν πάνω στα βιώματα του χαρακτήρα. Είναι χαρακτηριστικό αυτό των Σκανδιναβών: βασίζονται πολύ στην παιδική ή την εφηβική ηλικία για να αποδώσουν τις πράξεις.
Με ποιον τρόπο επηρέασαν όλα αυτά τη σκιαγράφηση των δικών σου χαρακτήρων;
Η εμβάθυνση στους χαρακτήρες μέσω της παιδικής τους ηλικίας –το ψυχογράφημα που δημιουργώ μέσω των εμπειριών του παρελθόντος– είναι κάτι που μου δίδαξε καλά το σκανδιναβικό νουάρ.
Πες μου για την πορεία της σειράς «Σώσε με» στο Netflix. Είσαι ικανοποιημένος;
Έχω γράψει ο ίδιος το σενάριο και είμαι και δημιουργός της σειράς. Είναι στο Netflix αυτήν τη στιγμή, έχει βγει από τον Ιανουάριο και πάει πολύ καλά. Όλα τα βιβλία μου έχουν αγοραστεί από εταιρείες τηλεοπτικών παραγωγών και σε όλα τα βιβλία μου γίνεται και ανάπτυξη σεναρίου αυτό το διάστημα. Οπότε συμμετέχω και στο τηλεοπτικό κομμάτι κατά κάποιον τρόπο πια.
Ποιο είναι το επόμενο βήμα για εσένα συγγραφικά;
Τον Ιούνιο θα επανεκδοθούν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο το Τοξικά Μάτια που είναι το τρίτο βιβλίο της σειράς «Σκοτεινά Νερά» με πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Καπετάνο, που εντάξει, έχει αγαπηθεί πολύ από το κοινό και αφορά τις ιστορίες ενός αστυνόμου στο νησί της Εύβοιας. Θα βγει πάλι τώρα τον Ιούνιο σε επανέκδοση από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Και τηλεοπτικά;
Τώρα κάνουμε το «Πάρε Ανάσα». Είμαστε σε διεργασία για να γίνει κινηματογραφική ταινία.
Τον συγχαίρω για τις έως τώρα μεγάλες επιτυχίες και του εύχομαι να πάνε όλα πολύ καλά.
Με ευχαριστεί κα κλείνοντας την κουβέντα τον ρωτώ τι βλέψεις έχει για το μέλλον:
«Θέλω η κινηματογραφική ταινία Πάρε Ανάσα να γίνει σωστά, να καταφέρουμε να έχει και κάποια απήχηση και στο εξωτερικό» μου απαντά.