Με παρατεταμένο χειροκρότημα και πολλά bravo δόθηκε η πρεμιέρα της Βαλκυρίας του Ρίχαρντ Βάγκνερ από την Εθνική Λυρική Σκηνή, ένα τόλμημα που δεν είχε επιχειρήσει η Λυρική στα 84 χρόνια λειτουργίας της λόγω των τεράστιων καλλιτεχνικών, οικονομικών και τεχνικών απαιτήσεων της εμβληματικής όπερας του ρομαντισμού. Σε ένα εντυπωσιακό μεταμοντερνικό σκηνικό με καθοριστικό στοιχείο μία μεγάλη σκάλα, οι θεοί και οι ήρωες του Βάγκνερ, γεμάτοι πάθη, έρωτες, αγάπη και μίσος, αποφασίζουν τη ζωή ή τον θάνατο σε έναν κόσμο διεφθαρμένο που βρίσκεται στη δύση του. Οι ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές και τις πρωταγωνίστριες της παράστασης ήταν εξαιρετικές, ενώ η ορχήστρα της Λυρικής υπό τη διεύθυνση του Γερμανού αρχιμουσικού Ρόλαντ Κλούτιχ, ενθουσίασε το κοινό και δικαίως απέσπασε θερμότατο χειροκρότημα, όταν ανέβηκε στη σκηνή για την υπόκλιση. Η πεντάωρης διάρκειας Βαλκυρία (με δύο μεγάλα διαλλείματα ανάμεσα στις τρεις πράξεις) όχι μόνο δεν κούρασε το (ασυνήθιστο στον Βάγκνερ) κοινό, αλλά κλιμάκωσε την προσμονή για το εντυπωσιακό φινάλε με τις φλόγες να τυλίγουν προστατευτικά την Βαλκυρία στον βαθύ ύπνο τής αναμονής του Ζίγκφριντ.
Η Βαλκυρία αποτελεί το πρώτος μέρος της τριλογίας του Ρίχαρντ Βάγκνερ Το Δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ, ένα επικών διαστάσεων έργο, με αναλογίες προς την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, που είχε στόχο να εισάγει τον γερμανικό πολιτισμό στη «νέα μουσική», την οποία ευαγγελιζόταν ο Βάγκνερ στα μέσα του 19ου αιώνα. Βρισκόμαστε στην εποχή που ανθίζει ο εθνικισμός και ο ρομαντισμός με την τέχνη να στρέφεται στις λαϊκές παραδόσεις και τους θρύλους ώστε να προτείνει στοιχεία ταυτότητας και αυτοπροσδιορισμού στους τοπικούς πληθυσμούς και να τους απελευθερώσει από τους τεχνητούς διαχωρισμούς των βασιλείων και των φεουδαρχιών.
Ο Βάγκνερ ψάχνει στη γερμανική και σκανδιναβική μυθολογία και βρίσκει τους ήρωες του Δαχτυλιδιού στον Βόταν, θεό του πολέμου και των συμφωνιών, τους γίγαντες που του φτιάχνουν το βασίλειο, τη Βαλχάλα, τις γενναίες παρθένες πολεμίστριες Βαλκυρίες που παίζουν τον ρόλο των ψυχοπομπών και τοποθετεί στην κεντρική θέση τον νέο ήρωα Ζίγκριφντ, που θα παλέψει τη διαφθορά και την ανισορροπία του παλαιού κόσμου των θεών, οδηγώντας σε έναν νέο, ανοιχτό σε όλες τις προοπτικές.
Χωρίς καμία αμφιβολία ο Ρίχαρντ Βάγκνερ υπήρξε μία τεράστια μουσική ιδιοφυΐα που καθόρισε την εξέλιξη της μουσικής από τα τέλη του 19ου αιώνα και όλον τον 20ο αιώνα με την εισαγωγή των επαναλαμβανόμενων παραλλαγών κεντρικών θεμάτων και την υποβλητική χρήση της έντασης των συναισθημάτων. Ο Βάγκνερ όμως υπήρξε και μία αντιφατική προσωπικότητα που επηρέασε αρνητικά τα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα της Γερμανίας με τη «νομιμοποίηση» του αντισημιτισμού και την ενστάλαξη της ιδέας της Άριας φυλής. Μπορεί ο ίδιος να απεβίωσε πριν τη γέννηση του Χίτλερ, η μουσική του όμως και οι στενές σχέσεις της συζύγου και των παιδιών του με τους ναζιστές συνέδεσαν τα αριστουργήματά του με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ανθρωπότητας.
Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Γερμανία αλλά και ολόκληρος ο κόσμος της τέχνης βρέθηκε αντιμέτωπος με τη διαχείριση του έργου του Βάγκνερ. Ήταν αναμφίβολα αριστουργηματικό αλλά και συνδεδεμένο με τις παρελάσεις των ναζιστών και τα στρατόπεδα θανάτου των Εβραίων. Πώς θα ξεχώριζε το έργο από τον δημιουργό; Όταν μάλιστα ο ίδιος ο δημιουργός είχε αφήσει γραπτές παρακαταθήκες αντισημιτισμού;
Η λύση ήρθε με το πέρασμα των χρόνων και με τη διαρκή αναζήτηση νέων προτάσεων «ανάγνωσης» των έργων του Βάγκνερ. Το «Δαχτυλίδι» παρουσιάστηκε από τα τέλη του 20ου αιώνα ως κριτική στον καπιταλισμό και τη διαφθορά των κεφαλαιοκρατών, ενώ με την ακόμα μεγαλύτερη πάροδο των χρόνων, προτείνεται και ως «οικολογική ιστορία», καθώς η Βαλκυρία Βουγχίλδη επιστρέφει στον ποταμό Ρήνο το χρυσάφι που είχαν κλέψει θεοί και γίγαντες από τον βυθό του. Όσο «υπερβατικές» κι αν είναι αυτές οι αναγνώσεις έργων που γράφτηκαν σε ένα πολύ συγκεκριμένο κοινωνικο-πολιτικό ιδεολογικό πλαίσιο, προσφέρουν τη «νομιμοποίηση» της συνέχισης της παρουσίασης τους στο σήμερα. Ένα τέτοιο «σήμερα» είναι και η παράσταση που σκηνοθετεί ο Τζον Φουλτζέιμς στη Βαλκυρία της Λυρικής.
Ο βρετανός σκηνοθέτης, μιλώντας στον δημοσιογράφο Νίκο Δοντά για το πρόγραμμα της όπερας, σημειώνει: «Η εξουσία που τώρα εδράζεται σε γραφεία και στούντιο αντί για εργοστάσια, ταυτίζεται πιο έντονα από ποτέ με τη γνώση. Κατά τον 20ο αιώνα, ο θεός Βόταν παρουσιαζόταν συχνά ως βιομήχανος ή μεγιστάνας του πετρελαίου. Ήταν ο Φόρντ ή ο Ροκφέλλερ. Σήμερα θα ήταν ο Ζούκερμπεργκ, ο Μασκ ή ο Μέρντοχ. Η εξουσία του προέρχεται από την πληροφορία που ελέγχει… Προσπαθεί να διαμορφώσει έναν κόσμο με μεγαλόπνοα σχέδια και να επηρεάσει τις ζωές σε όλον τον πλανήτη, καθισμένος σε ένα γραφείο. Είναι ένας αριστοτέχνης αρχιτέκτονας, τα σχέδια του οποίου πάνω στο τραπέζι προκαλούν καταστροφές στην άλλη άκρη του κόσμου…»
Ο σκηνικός χώρος της Βαλκυρίας πραγματικά μοιάζει να βγήκε από αρχιτεκτονικό σχεδιαστήριο. Όλα τα στοιχεία είναι γραμμικά τοποθετημένα με τα γραφεία σε απόλυτη τάξη και τις λάμπες αλογόνου να δημιουργούν παιχνίδια σκιών όταν η σκηνή φωτίζεται από διασταυρούμενους προβολείς. Με κυρίαρχες αποχρώσεις το ψυχρό και θερμό λευκό σε γκρίζες επιφάνειες, δεν μπορείς παρά να χαμογελάσεις, ανακαλώντας τις περιγραφές που έκανε ο ίδιος ο Βάγκνερ για το ανέβασμα των έργων του: χείμαρροι από ροζ γάζες, τάπητες από πούπουλα φλαμίνγκο με φτερά παγωνιών, επενδύσεις από χυσοκόκκινα δαμασκηνά υφάσματα και βελούδα στις αποχρώσεις του βιολετί…
Η Βαλκυρία του σήμερα προφανώς δεν τα χρειάζεται όλα αυτά.
Η Βαλκυρία του σήμερα μιλά για την εξουσία και την αγάπη. «Η κυρίαρχη ένταση στο Δαχτυλίδι αναπτύσσεται μέσα στο δίπολο αγάπης και εξουσίας», λέει ο Τζον Φουλτζέιμς. «Ο Βάγκνερ υποστηρίζει ότι το τίμημα της εξουσίας είναι η απώλεια της αγάπης. Ο θεός Βόταν γίνεται τελικά μία τραγική φιγούρα επειδή δεν μπορεί να απαρνηθεί την αγάπη… Βασανίζεται για να τιμωρήσει τη Βαλκυρία Βουγχίλδη. Κι όταν πρυτανεύει η αγάπη του για εκείνη, αναγνωρίζει πως πρέπει να παραιτηθεί από την εξουσία, αν θέλει η αγάπη – κι επομένως η ζωή – να έχουν κάποια ελπίδα επιβίωσης…».
Η Βαλκυρία
Ρίχαρντ Βάγκνερ
Πρώτη παρουσίαση από την Εθνική Λυρική Σκηνή
Συμπαραγωγή με τη Βασιλική Όπερα της Δανίας
10, 13, 16, 19, 24, 31 Μαρτίου 2024 (Όλες οι παραστάσεις είναι sold out)
Ώρα έναρξης: 17.30
Διάρκεια παράστασης: 5 ώρες και 15 λεπτά, συμπεριλαμβανομένων δύο διαλειμμάτων
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής – ΚΠΙΣΝ
Μουσική διεύθυνση Ρόλαντ Κλούττιχ
Σκηνοθεσία: Τζων Φούλτζεϊμς
Συνεργάτιδα σκηνοθέτρια: Γιοχάννε Χόλτεν
Σκηνικά, κοστούμια: Τομ Σκατ
Συνεργάτης σκηνογράφος: Ντέιβιντ Άλλεν
Φωτισμοί: Ντ. Μ. Γουντ
Ζήγκμουντ: Στέφαν Φίνκε
Χούντινγκ: Πέτρος Μαγουλάς
Βόταν: Τόμμι Χακάλα
Ζήγκλιντε: Άλλισον Όουκς
Βρουγχίλδη: Κάθριν Φόστερ
Φρίκα: Μαρίνα Προυντένσκαγια (10, 13, 16, 19/3) / Χάννε Φίσερ (24, 31/3)
Χέλμβιγκε: Κατερίνα Σαντμάγιερ
Γκέρχιλντε: Βιολέττα Λούστα
Όρτλιντε: Ταξιαρχούλα Κανάτη
Βάλτραουτε: Νεφέλη Κωτσέλη
Ζήγκρουνε: Δήμητρα Καλαϊτζή-Τηλικίδου
Ρόσβαϊσε: Φωτεινή Αθανασάκη
Γκρίμγκερντε: Άννα Τσελίκα
Σβέρτλαϊτε: Χρυσάνθη Σπιτάδη
Με την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Φωτογραφίες: Α.Σιμόπουλος, Γ.Καλκανίδης, Χ.Ακριβιάδης.