Τη δημιουργία ενός νέου τοπόσημου στην Αθήνα επιχειρεί το ίδρυμα Ωνάση με την κατασκευή και τοποθέτηση μπρούτζινου αγάλματος του Κωνσταντίνου Καβάφη, καθισμένου σε παγκάκι, με μία θέση κενή δίπλα του, όπου θα μπορούν να κάθονται οι περαστικοί και να συνδέονται με τον μέγα ποιητή. Πρόκειται για μία παγκόσμια τάση στην αρχιτεκτονική του δημόσιου χώρου, όπου τα αγάλματα δεν τοποθετούνται σε ηρώα και βάθρα, ψηλότερα από τον κόσμο, αλλά βρίσκονται σε φυσικές διαστάσεις ανάμεσα στους περαστικούς. Γιατί;
Εξοικείωση με την ιστορία και τα πρόσωπα της πόλης
Μία από τις κύριες σκοπιμότητες αυτών των έργων είναι η προσέγγιση της ιστορίας και των σημαντικών προσώπων της πόλης με έναν φιλικό και «σημερινό» τρόπο. Αντί να τοποθετούνται τα αγάλματα σε απομονωμένα ή «σεβάσμια» σημεία, τοποθετούνται σε χώρους όπου οι άνθρωποι μπορούν να αλληλεπιδρούν με τα αγάλματα, να τα παρατηρήσουν από κοντά και, σε πολλές περιπτώσεις, να βιώσουν μια πιο προσωπική σύνδεση με την ιστορία. Η δυνατότητα να κάτσει κάποιος δίπλα σε μια ηρωική φιγούρα ή να τη φωτογραφήσει με φιλικό και άμεσο τρόπο μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία μιας αίσθησης οικειότητας και ενδιαφέροντος για το ιστορικό παρελθόν της πόλης.
Τουριστικοί και αισθητικοί λόγοι
Από την άλλη πλευρά, η τοποθέτηση αγαλμάτων ηρώων και ιστορικών προσωπικοτήτων σε σημεία που είναι εύκολα προσβάσιμα από το κοινό και σε περιοχές της πόλης με έντονη ζωή έχει επίσης μια τουριστική διάσταση. Τα αγάλματα γίνονται τοποθεσίες φωτογράφισης και έλκουν επισκέπτες που θέλουν να βγάλουν αναμνηστικές φωτογραφίες με διάσημους ήρωες ή προσωπικότητες της ιστορίας. Ορισμένα από τα αγάλματα μπορεί να έχουν και μια αισθητική λειτουργία, προσφέροντας στο δημόσιο χώρο μια ευχάριστη και διαδραστική εμπειρία για τους κατοίκους και τους επισκέπτες.
Ενδυνάμωση της πολιτιστικής ταυτότητας
Για πολλές πόλεις, τα αγάλματα σε δημόσιους χώρους λειτουργούν και ως σύμβολα της τοπικής τους ταυτότητας και υπερηφάνειας. Η παρουσία εμβληματικών μορφών της ιστορίας της πόλης βοηθά τους κατοίκους να συνδεθούν με την κληρονομιά τους και να τιμήσουν τις προσωπικότητες που καθόρισαν την πορεία τους. Αυτό ενισχύει το αίσθημα του «ανήκειν», καθώς οι άνθρωποι νιώθουν ότι βρίσκονται σε έναν τόπο που έχει ιστορία και μνήμες που αξίζουν να διατηρηθούν και να επαναληφθούν μέσα από τη δημόσια τέχνη.
Το παγκάκι του Κωνσταντίνου Καβάφη και ο φωτισμός της Διονυσίου Αρεοπαγίτου
Το Ίδρυμα Ωνάση αναλαμβάνει την ανάπλαση στο σημείο όπου ο πεζόδρομος της Διονυσίου Αρεοπαγίτου συναντά τη Λεωφόρο Αμαλίας. Σήμα κατατεθέν αυτής της παρέμβασης θα είναι το μπρούτζινο γλυπτό-παγκάκι του Κ. Π. Καβάφη, το οποίο θα τοποθετηθεί ανάμεσα στην Ωνάσειο Βιβλιοθήκη και στην Onassis Mandra, λίγα μέτρα μακριά από το νέο κτίριο του Αρχείου Καβάφη. Με τον τρόπο αυτό, προστίθεται ένα τοπόσημο συνδεδεμένο με τον Αλεξανδρινό ποιητή. Η Αθήνα τιμά έτσι έναν κορυφαίο δημιουργό, συνεχίζοντας μια ευρωπαϊκή παράδοση, η οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει το παγκάκι του Φερνάντο Πεσόα στη Λισαβόνα, το μπρούτζινο άγαλμα του Τζέιμς Τζόις στην Τεργέστη, καθώς και αυτό του Χανς Κρίστιαν ‘Αντερσεν στην Κοπεγχάγη.
Μία από τις ωραιότερες διαδρομές της Αθήνας, από την αρχή της Διονυσίου Αρεοπαγίτου έως το τέλος της Αποστόλου Παύλου, θα αποκτήσει νέο φωτισμό με την υπογραφή της Ελευθερίας Ντεκώ. Η συνεργασία με τη διακεκριμένη Ελληνίδα σχεδιάστρια φωτισμών, η οποία επιμελήθηκε το 2020 -μετά από ανάθεση του Ιδρύματος- και τον ανανεωμένο φωτισμό της Ακρόπολης, δίνει το μέτρο για την αισθητική και λειτουργική αναβάθμιση της ιστορικής διαδρομής. Το φως υπό το βλέμμα της Ντεκώ μεταμορφώνει, αρμονικά με το περιβάλλον, έναν από τους πιο εμβληματικούς περιπάτους της πόλης, αφήνοντας ένα αποτύπωμα που αναζωογονεί τον δημόσιο χώρο.