Το Athens Stories, η νέα στήλη του Utopiazone που θα την διαβάζετε κάθε Πέμπτη, είναι αφιερωμένο στις αθέατες εικόνες και σκέψεις κάποιων καθημερινών ζητημάτων.
Επιστρέφουμε στο έδαφος. Σε γνώριμα λημέρια. Σχεδόν οικεία. Στο μετρό. Σε μια πολυσύχναστη στάση που με βρίσκει κουρασμένο, χαμένο στις σκέψεις μου να επιστρέφω σπίτι μου. Ο κλασικός πίνακας μας ενημερώνει ότι ο συρμός θα χρειαστεί περίπου 8 λεπτά για να φανεί. Με αποτέλεσμα το ένστικτο μου, αυτό της παρατήρησης, να βρει πρόσφορο έδαφος να (ξανά)βγει στην επιφάνεια.
Πολύς κόσμος. Πολλά ερεθίσματα. Αμέτρητες προσλαμβάνουσες. Τα μάτια μου πέφτουν πάνω σε μία εικόνα που με μπροστάρισσα την ανίκητη απλότητα, εγκιβωτίζει όλα όσα θα έπρεπε να έχουμε μέσα μας. Τα έχουμε όμως;
Σε μια κυλιόμενη σκάλα, δυο παιδιά, προσπαθούν να την ανέβουν ανάποδα. Έπαιζαν. Σε εφηβική ηλικία, έπαιζαν ανέμελα. Γελούσαν, κοιτούσαν τον κόσμο ρομαντικά και περίεργα. Το ένα από τα δυο παιδάκια είναι από μια χώρα της Αφρικής, το πιθανότερο. Μιλώντας ελληνικά, όπως ειναι φυσιολογικό. Είναι Έλληνας.
Τι ακριβώς μας ωθεί, να εμμένουμε στην κατηγοριοποίηση των ανθρώπων; Πώς καταφέραμε, πέραν όλων των δεινών που περνάμε, να φορτώνουμε το μυαλό μας με τον ρατσισμό, τα στερεότυπα και όλα αυτά τα ύπουλα μικρόβια; Και όλα αυτά με τι timing; Εκείνο της εποχής που το ελλιπές αίσθημα της αποδοχής επικαλύπτει, όχι μόνο την ελληνική κοινωνία, αλλά και όλη την ανθρωπότητα.
Πως καταφέραμε, να τα κάνουμε θάλασσα και σε αυτόν τον τομέα; Μπορεί κάποιος να μου απαντήσει τι ακριβώς τον ενοχλεί σε αυτήν την εικόνα; Σε δυο παιδιά που παίζουν;
Γιατί ενοχλούμαστε; Φαντάζομαι, λίγοι είναι αυτοί που καταγόμαστε από οικογένειες προσφυγικές. Και αν βαριέστε να διαβάσετε την σύγχρονη ελληνική ιστορία, ας ρωτήσουμε τους παππούδες μας, ή τους γονείς και φίλους που έγιναν μετανάστες ή πρόσφυγες σε άλλες χώρες. Ακόμη και εμάς που γεννηθήκαμε εδώ και ίσως μεγαλώσουμε άλλου.
Δεν είμαι σχεδόν για τίποτα σίγουρος. Ίσως για ελάχιστα πράγματα -όπως για το μεγάλωσα σε μια μοναδική οικογένεια και ότι λατρεύω τα ταξίδια. Όμως κατέληξα με σιγουριά σε κάτι: Ότι κανένα παιδί, κανένας άνθρωπος δεν έφερε ως «δωρο» με την γέννηση του τη κακία, την μισαλλόδοξα, το μίσος, την ανεξήγητη εμμονή στην προκατάληψη. Την τάση να διαιωνίζουμε τα στερεότυπα κάθε είδους.Τι θέλω να πω; Ότι όλα αυτά τα μικρόβια, που τα κουβαλάμε στη ζωής μας, οι περισσότεροι, είναι επίκτητα. Γονείς, φίλοι, συγγενείς. Η συναναστροφή μαζί τους, πέραν από τα φως και μυσταγωγικά στοιχεία που χαρίζουν, κρύβουν και και πολύ σκοτάδι. Γίνεσαι ρατσιστής, γίνεσαι «κακός». Δεν γεννιέσαι. Κανένας δεν γεννήθηκε έτσι, ΜΕΓΑΛΩΣΕ όμως έτσι. Ανατράφηκε με αυτόν τον παρανομαστή.
Δυο παιδιά, γελάνε, παίζουν, κλέβουν τη σειρά άλλων στο μετρό, στο αστικό, ακούνε μουσική. Έχει σημασία εάν διαφέρουν στα σημεία; Εάν με ρωτάτε, πρέπει να διαφέρουν. Οι διαφορές, τελικά, μας ενώνουν. Οι ομοιότητες μάς γνωρίζουν απλώς.
Αγαπώ την «απλότητα» των κριτηρίων που κάνουν παρέα: το χρώμα, το ύψος, η εμφάνιση και αλλά τέτοια παίζουν ρόλο στη ζωή μας μόνο εάν τα βάλουμε ΕΜΕΙΣ στην εξίσωση.
Εγώ δεν ήμουν καλός στις εξισώσεις -η μητέρα μου το ξέρει καλά αυτό. Προτιμώ την πρόσθεση και την αφαίρεση. Μάλλον δεν τα μαθαίνουμε στην αρχή μόνο επειδή είναι τα φαινομενικά πιο «απλά», αλλά επειδή είναι τα πιο χρήσιμα…