Η Μαρία-Ελισάβετ Κοτίνη γράφει σκοτεινά παραμύθια για μεγάλους, παίζει θέατρο, τραγουδάει, έχει φτιάξει ένα πρότζεκτ με γεννητικά όργανα και έκανε το δωμάτιο της Escape Room για να «δραπετεύσει» από τις σπουδές της στη Νομική. Η Μαρία-Ελισάβετ Κοτίνη ΔΕΝ είναι ένα συνηθισμένο άτομο. Ένα κακό rave πάρτι μπορεί να την οδηγήσει στην έκδοση ενός κόμικ και ένα ιδιαίτερο αίτημα, σε μια ολόκληρη συλλογή έργων με γεννητικά όργανα. Το μπλακ χιούμορ, η αγνή καφρίλα, ο αυτοσαρκασμός και τα ματαιωμένα όνειρα της εποχής, ασκούν στη Μαρία-Ελισάβετ Κοτίνη μία ιδιαίτερη γοητεία. Τη γοητεία της φωτεινής νταρκίλας.
Το Διπολυκάκι σε ένα rave party στον Όλυμπο
Αφορμή για τη συνάντηση με τη Μαρία-Ελισάβετ Κοτίνη αποτέλεσε το Διπολυκάκι, ένα επιμελώς ακατέργαστο κόμικ που απέσπασε βραβείο κοινού στο Comicdom. Δίπολο, διπολικότητα, λύκος, λυκάκι. Το Διπολυκάκι είναι ένα έργο που γεννήθηκε εντελώς απρόσμενα. «Αυτή η περιπέτεια, λέει η Μαρία-Ελισάβετ Κοτίνη ξεκίνησε αναπάντεχα από ένα κακό rave party στον Όλυμπο. Κατέληξα παγωμένη μέσα σε μία σκηνή με ένα στυλό και μία τσαλακωμένη φέτα του τοστ. Αυτή η ιστορία ήταν μία δίοδος για να εκφράσω και να εκτονώσω τη ματαίωση που ένιωθα, αυτά τα σκοτάδια που κρύβονταν εκεί στο βάθος. Άρχισα να ανασύρω τυχαία λέξεις από το αλφάβητο (πχ. «χ» για τη χωματερή, «τ» για το τυρί) κι έτσι ξεκίνησε να χτίζεται αυτό το σύμπαν».
Η γενιά που προσγειώθηκε απότομα
Με τη Μαρία–Ελισάβετ ανήκουμε στην ίδια ηλικιακή γενιά και η κουβέντα έφτασε σε κοινά βιώματα, προσδοκίες και απογοητεύσεις. «To τοπίο γύρω μας θυμίζει ένα καζάνι που βράζει. Είμαι 36 χρόνων και μεγάλωσα σε μία εποχή όπου όλα έμοιαζαν πιθανά. Υπήρχαν όνειρα, πτυχία, εφόδια και ξένες γλώσσες. Νιώθαμε προορισμένοι να σκίσουμε, να θριαμβεύσουμε και να απολαύσουμε τους καρπούς των κόπων μας.Στα φοιτητικά μας χρόνια -με την πρώτη κρίση που βιώσαμε- προσγειωθήκαμε απότομα. Έψαχνα μέσα από την απογοήτευση να παραμείνω δημιουργική. Η τέχνη αναγκαστικά ακμάζει στην κοινωνική παρακμή».
Διπλολυκάκι: Υπαρξιακό δράμα σε ένα no man’s land
Τη ρωτάω πως προέκυψε η ενασχόληση με τα κόμικς και τα παραμύθια για μεγάλους. «Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω ζωγράφος. Δεν έχω σπουδάσει. Τρελαινόμουν να φτιάχνω ιστορίες από το νηπιαγωγείο. Τύπωνα τη δική μου εφημερίδα και τη μοίραζα στο σπίτι. Υπήρχε η επιθυμία μέσα μου να σκέφτομαι με εικόνες. Είναι ένα εκφραστικό μέσο που είχα ακονίσει από νωρίς, αλλά με ακατέργαστο τρόπο. Προσπάθησα να κάνω την αδυναμία μου άποψη. Λέω ότι το Διπολυκάκι είναι ένα υπαρξιακό δράμα σε κακή εικονογράφηση, μία αθώα και αυτοσαρκαστική αναπαράσταση που ξυπνάει το παιδί μέσα μας. Η ιστορία δεν έχει να κάνει τόσο με τη διπολική διαταραχή, όσο με τα δίπολα που δημιουργούνται λόγω των κοινωνικών αντιφάσεων. Η χωματερή συμβολίζει τα ματαιωμένα όνειρα, είναι ένα no man’s land. Ποιος από τη γενιά μας δεν θα ταυτιστεί με αυτό; Ο καθένας μπορεί να πει: α, εγώ είμαι το διπολυκάκι».
C for Circus: θέατρο με μπλάκ χιούμορ και αγνή καφρίλα
Η Μαρία Ελισάβετ είναι ιδρυτικό μέλος της θεατρικής ομάδας C for Circus η οποία ανεβάζει αυτή την περίοδο το «Κάτι Διαφορετικό 2», ένα πάρτι ενηλικίωσης που γιορτάζει τη ζωή. «Είναι σχεδία σωτηρίας. Είμαστε φίλοι 17 χρόνια από τότε που γνωριστήκαμε σε μία φοιτητική ομάδα στη Θεσσαλονίκη. Δεθήκαμε από την έλξη που νιώθαμε ως φίλοι και το θέατρο ήταν το μέσο για να εκφραστούμε. Συνυπάρχουμε όλα αυτά τα χρόνια με κούραση, χαρά, αποστάσεις, τριβές, επιτυχίες. Δεν έχουμε ιεραρχία, ούτε παγιωμένους ρόλους. Κάθε παράσταση είναι διαφορετική και κάνουμε κυκλική σκηνοθεσία. Μαθαίνουμε να οριοθετούμαστε και να περιορίζουμε τον εγωισμό μας. Το Κάτι Διαφορετικό 2 προέκυψε αποκλειστικά από αυτοσχεδιασμούς, σχολιάζοντας μέσα από το μπλακ χιούμορ και την αγνή καφρίλα όλα τα παράδοξα της σύγχρονης ζωής. Μετά από 2 μήνες προβών, εξελίχτηκε σε μια καταιγιστική κοινωνικοπολιτική σάτιρα, μια στημένη φάρσα που τρέχουμε να προλάβουμε, πολύ συχνά αποτυγχάνοντας να συγκρατήσουμε τα γέλια μας κι οι ίδιοι επί σκηνής. Η ανταλλαγή που συμβαίνει με το κοινό είναι πρωτοφανής και συγκινητική. Εύχομαι να επαναληφθεί σε κάποια άλλη σεζόν οπωσδήποτε».
Χειροτεχνίες με γεννητικά όργανα, έξω από το φίλτρο του πορνό
Η Μαρία-Ελισάβετ -εκτός από όλα τα παραπάνω- είναι τραγουδίστρια και στιχουργός στο τρίο ηλεκτρονικής μουσικής M.A.t.E (Meetings Along the Edge), ενώ έχει φτιάξει και ένα πολύ ιδιαίτερο χειροτεχνικό πρότζεκτ. «Η μουσική είναι άλλο ένα udergrοund και αυτοχρηματοδοτούμενο στόρι. Σε σχέση με το πρότζεκτ Trip Catcher, οι περισσότερες δημιουργίες μου σχετίζονται με τα γεννητικά όργανα. Ξεκίνησα με χριστουγεννιάτικα αντικείμενα και ψυχεδελικά νεραϊδάκια. Μία φίλη, μού ζήτησε να κάνω κάδρο το αιδοίο της για τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου. Έφτιαξα μερικά κομμάτια και έγιναν ανάρπαστα, οπότε δεν έχω σταματήσει να τα φτιάχνω. Τα γεννητικά όργανα χρειάζονται μία ορατότητα έξω από το αισχρό φίλτρο του πορνό. Από εκεί ξεκινάει η ζωή και όμως τα έχουμε βάλει σε βιτρίνα και τα έχουμε κλειδώσει. Με μπρίζωσαν οι αντιδράσεις και το σούσουρο. Αποφάσισα να τα στολίσω με μαργαριτάρια και δαντελίτσες. Στο εξωτερικό γίνονται εκθέσεις με αυτό το θέμα και στην Ελλάδα υπάρχει ακόμη ντροπή και συντηρητισμός».
Δωμάτιο με στοιχειωμένα κουκλάκια και γρίφους
Ένα από τα πιο διασκεδαστικά πράγματα που έκανε ποτέ ήταν να σχεδιάσει ένα ολόκληρο escape room μέσα στο δωμάτιο της στη Θεσσαλονίκη. «Εκείνη την εποχή προσπαθούσα να τελειώσω τη Νομική, μία σχολή που σιχάθηκα από την πρώτη μέρα. Με παρέσυρε η λογική του συστήματος. Πώς θα εξαργυρώσω τους «πόντους;» Θα πάω στη Νομική για ένα καλύτερο μέλλον! Χα, χα, εδώ γελάμε. Τελικά σπούδασα στο ΚΘΒΕ. Όλοι οι φίλοι μου ήταν τότε στην Αθήνα, έκαναν παραστασάρες και εγώ διάβαζα Δημόσιο Δίκαιο. Είχα φρικάρει! Πάντα αγαπούσα τα spooky ζωάκια και τα βαζάκια με τα περίεργα αντικείμενα. Το δωμάτιο μου ήταν ήδη στα όρια του κιτς και του γκροτέσκο και έτσι άρχισα να φτιάχνω ιστορίες με αυτά τα κουκλάκια και να δημιουργώ γρίφους. Καλούσα τους φίλους μου και έκανα μία περφόρμανς όπου έπρεπε να περιηγηθούμε σε σημεία με κρυφές παγίδες. Έφτασε να κρατάει 1,5 ώρα. Περνούσαμε τέλεια, ήταν μία φωτεινή νταρκίλα όλο αυτό».
Θεσσαλονίκη: ρομαντική Neverland ή βούρκος;
Μιλήσαμε για τη ζωή στη Θεσσαλονίκη, για το αν ισχύει η ρομαντική διάσταση με την οποία την έχουμε συνδέσει. «Υπάρχει λιγότερη ένταση και στρες στην ατμόσφαιρα. Το βλέπεις στα πρόσωπα των ανθρώπων, το νοιώθεις όταν περπατάς. Μπορείς να συνδυάσεις τις παροχές μιας μεγάλης πόλης με την απλή ζωή του χωριού. Η Αθήνα ανοίγει ευκαιρίες, αλλά δημιουργεί απομόνωση και πρόωρη γήρανση. Έχουμε συνηθίσει να εισπνέουμε το τσιμέντο και να γινόμαστε ρομπότ. Η Θεσσαλονίκη από όμορφη και ρομαντική Νeverland μπορεί ωστόσο να γίνει πολύ εύκολα βούρκος. Λέμε ότι είμαστε κουλ, αλλά δεν ισχύει πάντα».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Κωνσταντίνος Αβράμης: Αν δεν είχα την ανάγκη να εργαστώ από νεαρή ηλικία, θα ήμουν αυτή τη στιγμή τρομακτικά εσωστρεφής.