Συναντηθήκαμε στον φιλόξενο κήπο του Θεάτρου 104, εκεί όπου ο Κωνσταντίνος σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί σ’ ένα από τα πιο σημαντικά έργα της σύγχρονης ευρωπαϊκής δραματουργίας «Τα Ορφανά» του Ντέννις Κέλι.
Στη συζήτηση που ακολουθεί θα διαβάσετε τον τρόπο που προσεγγίζει το έργο, τον λόγο που τον οδήγησε να το μεταφράσει εκ νέου, αλλά και τη συνεργασία με τον μόλις 10χρόνο ηθοποιό του.
Ο ίδιος μου μίλησε για τους στόχους και τα όνειρά του αλλά και όλα όσα θα ήθελε να αλλάξουν στην πόλη μας.

Τα «Ορφανά» είναι ένα από τα πιο πολυπαιγμένα και πιο αγαπημένα έργα της σύγχρονης ευρωπαϊκής δραματουργίας. Τι πιστεύεις ότι κάνει το έργο τόσο γοητευτικό στους δημιουργούς;
Ο Ντέννις Κέλι είναι ένας συγγραφέας με ουμανιστικές αξίες, κοινωνικές ανησυχίες και στιβαρή πολιτική σκέψη. Τα «Ορφανά» είναι ο δραματικός τόπος όπου το ταλέντο και οι προβληματισμοί του γονιμοποιούν ανθρωπιστικές ιδέες και παράγουν αισθητική. Είναι το κείμενο που συμπυκνώνει τον στοχασμό του απέναντι στις κοινωνικές σχέσεις, τις ιδεολογικές τάσεις και τις εσωτερικές συγκρούσεις που βιώνει το σύγχρονο κατακερματισμένο άτομο παλεύοντας να διατηρήσει την ηθική του υπόσταση, αγωνιώντας να καλύψει την ανάγκη του για επιβίωση.
Ο Λόγος μοιάζει ρεαλιστικός, ο τρόπος με τον οποίο συγκρούονται τα πρόσωπα, όμως, προεκτείνει την υφολογική χροιά του έργου, απομακρύνοντάς την από τον επιφανειακό νατουραλισμό. Το πολιτικό πρόσημο του έργου και η μοναδικότητα της αισθητικής του ταυτότητας δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, που δε μπορεί παρά να προκαλεί και να αρέσει.
Επέλεξες να μεταφράσεις ο ίδιος το κείμενο και όχι να χρησιμοποιήσεις κάποια από τις υπάρχουσες μεταφράσεις. Τι σε οδήγησε σ’ αυτή την ανάγκη;
Από την σκοπιά του δημιουργού, έχω αναπτύξει την αντίληψη του συνολικού έργου τέχνης. Αλλά και ως θεατής προσλαμβάνω καλύτερα ένα έργο όταν βασίζεται στην αρχή της «ενότητας υλικού» είτε πρόκειται για κλασική δραματουργία είτε μιλάμε για μεταδραματικό θέατρο και performance.
Παρ’ όλο που υπήρξαν σκέψεις να χρησιμοποιηθεί η ήδη δοκιμασμένη μετάφραση της Κοραλίας Σωτηριάδου, είχα την ανάγκη ο Λόγος, δηλαδή το όχημα των προθέσεων του συγγραφέα, να φορτίζει με έναν ιδιότυπο τόνο την παράσταση, να οδηγεί και να οδηγείται από την σκηνοθεσία. Ο στόχος: το περιεχόμενο (κείμενο) σε συνδυασμό με την μορφή (ρυθμός και εκφορά του λόγου, ηχοτοπία, σκηνικά και φωτισμοί) να γεννήσουν ένα ξεχωριστό και ιδιάζον αισθητικό αποτύπωμα που θα αναδείξει, πέρα από τα φανερά νοήματα της δραματουργίας, όσα άλλα κρατά κρυμμένα ή εκείνα που υπονοεί -ακόμη και εν αγνοία της.
Η επιλογή να γίνει μια νέα μετάφραση θεωρώ ότι ανανέωσε το ενδιαφέρον, το δικό μας και του κοινού, για το έργο, ενώ έφερε κι ένα Ευρωπαϊκό Βραβείο Μετάφρασης (Eurodram 2023), γεγονός που μας γεμίζει χαρά και υπερηφάνεια.

Στο έργο βλέπουμε τη βία που ασκεί ένας Λονδρέζος σ’ έναν Πακιστανό. Αν και γραμμένο 15 χρόνια πριν, τα φαινόμενα αυτά, όχι μόνο παραμένουν αλλά έχουν γίνει πλέον καθημερινότητα.
Το έργο μιλάει με αφορμή ένα περιστατικό ρατσιστικής βίας για την Βία που κρύβουμε μέσα μας, για την Βία που βλέπουμε ή που αφήνουμε να ασκείται δίπλα μας, για την Βία που, όσοι χαρακτηρισμένοι φασίστες κι αν βρεθούν πίσω απ’ τα κάγκελα, συνεχίζει να ορίζει τον κοινωνικό βίο και τις ανθρώπινες σχέσεις. Δυστυχώς, παραμένει, επίκαιρο.
Παράλληλα, τόσο στη χώρα μας, όσο και στην Ευρώπη τα ποσοστά της ακροδεξιάς ανεβαίνουν σημαντικά. Πιστεύεις ότι η Τέχνη μπορεί να μετακινήσει τη στάση κάποιων ανθρώπων;
Η Τέχνη μέσα στους αιώνες έχει μιλήσει με όλους τους δυνατούς τρόπους για όλα τα σημαντικά πολιτικά, ανθρωπιστικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά ζητήματα. Αν μπορούσε από μόνη της να καταστεί φάρμακο για την αδικία, για το μίσος, για την ανισότητα, για την εξουσιομανία και την εκμετάλλευση, τότε θα το είχε ήδη πράξει. Κανείς και τίποτα δε μπορεί να προκαλέσει το οτιδήποτε σε κανέναν, αν ο ίδιος δεν επιθυμεί την αλλαγή, την βελτίωση. Δε μας λείπει η Τέχνη, αλλά η διάθεση να αποδεχτούμε τον «άλλο» και η τόλμη να αναλάβουμε μια ευθύνη απέναντί του.
Στην παράστασή σας συμμετέχει και ένα παιδί. Σε δυσκόλεψε η διαχείρισή του σκηνοθετικά;
Ο ρόλος του μικρού Σέιν στο έργο είναι κομβικός. Το εύρημα του συγγραφέα, να εμφανίσει ένα παιδί τη στιγμή που η σύγκρουση ανάμεσα στα πρόσωπα έχει κορυφωθεί, είναι συνταρακτικό. Το κόψιμο του ομφάλιου λώρου, μεταξύ των αδελφών, επιτυγχάνεται όχι επειδή η σχέση τους οδηγήθηκε στα άκρα, αλλά επειδή ο παραβατικός Λίαμ «αφήνεται» να εξοριστεί από την εστία, μη συνεχίζοντας τον κύκλο της βίας, μόνο και μόνο για να μην τραυματίσει (και) τον ανιψιό του.
Η συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Σπανό και τους υπέροχους γονείς του είναι απόλαυση. Θα ξεχωρίσω τρία στιγμιότυπα. Πρώτο: ο τρόπος με τον οποίο ζήτησε στην πρώτη πρόβα να μάθει τα πάντα για το έργο και τον ρόλο του. Αν δεν είχε αυτό το επίπεδο ωριμότητας και αντίληψης, θα ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσω σε ένα 10χρονο παιδί για την σκληρότητα που μεταδίδει το έργο. Δεύτερο: η διάθεσή του να προτείνει ιδέες μέσα στις πρόβες. Τρίτο και πιο εντυπωσιακό: Τελειώνοντας, πέρυσι, μια παράσταση Κυριακής έδωσα στον Κωνσταντίνο μια ιδέα που θεωρούσα θα τον βοηθούσε σε μια συγκεκριμένη στιγμή του έργου. Μου είπε ότι του αρέσει κι ότι έτσι θα γίνει. Τέσσερις μέρες αργότερα, και χωρίς να ξαναμιλήσουμε στο μεταξύ, ήρθε στην επόμενη παράσταση έχοντας δουλέψει την αλλαγή. Επαγγελματική συνείδηση από τα δέκα; Γιατί όχι…;

Ποιο είναι το πιο ωραίο σχόλιο που έχεις ακούσει για τη δουλειά σου;
Επιλέγω τα έργα που σκηνοθετώ ή τα θέματα των πρωτότυπων έργων που γράφω ο ίδιος με μοναδικό γνώμονα το κοινωνικό-πολιτικό αποτύπωμα που θα έχουν στον θεατή. Ταυτόχρονα κινούμαι ελεύθερα ανάμεσα στα είδη, ανεβάζοντας κλασική ή σύγχρονη δραματουργία και αναγεννησιακή μυθιστορία, διασκευάζοντας λογοτεχνία, κάνοντας μουσικό θέατρο, performance ή θέατρο ντοκουμέντο. Το κοινό που ακολουθεί τις παραστάσεις μας τα τελευταία 8 χρόνια και συνομιλεί μαζί μας αναγνωρίζει ότι, παρ’ όλη την ποικιλία στην επιλογή θεμάτων, παρά την συνεχή μετατόπιση ύφους και είδους, παρά την δοκιμή και την αναθεώρηση των εργαλείων πάνω στη φόρμα, υπάρχει μια εσωτερική διαδρομή από παράσταση σε παράσταση, ένα αόρατο νήμα που τις συνδέει και μια κατακτημένη σκηνική γλώσσα που είναι χαρακτηριστική και αναγνωρίσιμη μέσα στην ποικιλότητά της.
Διαβάζεις κριτικές και, αν ναι, πόσο σε επηρεάζουν;
Φυσικά. Με αφορά το «τί μου άρεσε και τί δε μου άρεσε» όλων των θεατών. Και όσων γράφουν σε έντυπα ή διαδικτυακά μέσα, και όσων δεν γράφουν αλλά τυχόν θέλουν να μοιραστούν τη γνώμη τους μαζί μας μετά από κάποια παράσταση. Από τα σχόλια αυτά βγάζω χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με τις αισθητικές τάσεις του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζω και δημιουργώ.
Βρίσκω, επίσης, χρήσιμα όσα κείμενα ενεργοποιούν τα παραδοσιακά, επιστημονικά εργαλεία κριτικής ανάλυσης, εκείνα που μας έρχονται από την Θεωρία του Θεάτρου, την Κοινωνιολογία, την Φιλοσοφία. Τα κείμενα αυτά με βοηθούν να μην μένω στάσιμος, με υποχρεώνουν να αναθεωρώ συνεχώς την σχέση μου με την ίδια την θεατρική πράξη.
Αναζητώ τέτοιου είδους κείμενα, πιστεύω είναι πολύτιμοι οδηγοί. Ως καλλιτέχνες, είμαστε σχεδόν υποχρεωμένοι να περνάμε την… δοκιμασία της αναθεώρησης, αν θέλουμε να παραμείνουμε σε πορεία εξέλιξης. Για τους θεατές, που προανέφερα, κάτι τέτοιο είναι δύσκολο, ίσως και αχρείαστο. Ο θεατής έχει κάθε δικαίωμα να διαθέτει αισθητικά στεγανά ή προσδοκίες και να περιμένει την εκπλήρωσή τους. Ο ρόλος του είναι αυτός. Κι ο δικός μας να τον ξεβολέψουμε, να του αλλάξουνε την οπτική γωνία και να εκκινήσουμε έναν διάλογο.

Τι θα ήθελες να έχεις πετύχει επαγγελματικά μέσα στην επόμενη δεκαετία;
Να έχω γράψει 5 με 6 ακόμη θεατρικά έργα, να έχω σκηνοθετήσει κάποιο (ή κάποια) από αυτά για κάποιον (ή για κάποιους) απ’ τους θεσμούς, να έχω ολοκληρώσει μεταπτυχιακό και διδακτορικό στην Θεατρολογία και να διδάσκω την θεωρία του θεάτρου στο Πανεπιστήμιο, την πρακτική του θεάτρου σε Δραματικές Σχολές. Αν συνεχίσω να δουλεύω σκληρά, όλα τα παραπάνω θα γίνουν πραγματικότητα, τι λες κι εσύ Utopia…;
Ποιο σημείο της Αθήνας είναι το αγαπημένο σου;
Η Πλάκα χωρίς τα αυτοκίνητα.
Αν μπορούσες να αλλάξεις κάτι στην Αθήνα, τι θα ήταν αυτό;
Ο αρχιτεκτονικός και ρυμοτομικός αχταρμάς της Αθήνας σε συνδυασμό με την μεγάλη έλλειψη σε πράσινο δεν έχει σύγκριση. Νομίζω είναι πολύ αργά πια για την πόλη να αλλάξει το προφίλ της και θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι θα συνεχίσουμε να ζούμε με την ασχήμια της.

Βλέπουμε πολλούς συναδέλφους σου υποψηφίους στις εκλογές. Είναι κάτι που το σκέφτεσαι για το μέλλον;
Σε καμία περίπτωση! Η ενασχόληση με την πολιτική δεν είναι για όλους, κατανοώ όσους μπαίνουν στα… βαθιά, όμως προσωπικά νιώθω μια αποστροφή προς τις κομματικές, τις κόκκινες και… τις άλλες γραμμές. Για μένα, η ιδεολογία, η πολιτική σκέψη και -κυρίως- η πολιτική πράξη δεν είναι μια άκαμπτη, αγκυλωμένη και δυσπροσάρμοστη ρητορεία, αλλά μια συνεχής προσήλωση στις αξίες του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης. Εύχομαι όλοι οι συνάδελφοι που κάνουν το βήμα να εισέλθουν στο σύστημα της πολιτικής, να το επηρεάσουν κατά το δυνατόν με την ευαισθησία και την πνευματικότητα που, ως καλλιτέχνες, διαθέτουν, και να μην επηρεαστούν από αυτό στο βαθμό που θα τους αλλοιώσει.
Ο Κωνσταντίνος Μάρκελλος έχει μεταφράσει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Τα Ορφανά» του Ντέννις Κέλι.
Παίζουν οι ηθοποιοί: Ελένη Στεργίου, Χρήστος Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος Μάρκελλος & ο μικρός Κωνσταντίνος Σπανός
Θέατρο: 104
Διεύθυνση: Ευμολπιδών 41, Στάση Μετρό Κεραμεικός
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Σάββατο 21. 00 & Κυριακή 20.00
Διάρκεια: 95’