Όταν είδα και άκουσα την Shaya Hansen για πρώτη φορά ήμουν 11 ετών. Ερωτεύτηκα την φωνή και την παρουσία της, ήταν η αγαπημένη μου των Hi5 (μαζί με την Νάνσυ!) και ήθελα πάντα να την συναντήσω. Η αφορμή δόθηκε πολλά χρόνια αργότερα, μόλις φέτος, με την αφορμή της κυκλοφορίας ενός τραγουδιού που έχει ήδη κολλήσει σαν τσίχλα στο ρυθμισμένο σε θερινό mode κεφάλι μου. Το ‘’Τι είχα τι έχασα’’, λέω, που η Shaya τραγουδά εκρηκτικά και αισθησιακά, όπως μόνο αυτή ξέρει. Από τις πρώτες διάσημες Ελληνόφωνες μαύρες, μαζί με την ηθοποιό Νίκη Σερέτη, χάραξε δρόμο σε εποχές που το diversity και η ανάδειξή του δεν βρισκόταν στην προτεραιότητα καμιάς ατζέντας. Εάν την είχα συναντήσει στην εφηβεία μου, θα της ζητούσα να μου δείξει όλες τις γαμάτες χορευτικές κινήσεις που πάλευα να μιμηθώ μαζί με τις φίλες μου στην οδό Φλέμινγκ στο Μοσχάτο τα καλοκαιρινά απογεύματα. Σήμερα, της ζητώ να μου αφηγηθεί την ιστορία της ζωής της ως γυναίκας, ως καλλιτέχνιδας, ως μαύρης, ως Shaya. Ευγνώμων που έδωσε ρυθμό στην συνέντευξή μας με τις αβίαστες απαντήσεις και τον ανεπανάληπτο αυθορμητισμό της.
1. Πώς ήταν στα 00s να είσαι μια μαύρη τραγουδίστρια στα ελληνικά stages και πώς σήμερα;
Δεν ήταν, φυσικά, όσο cool μπορεί να θεωρείται τώρα, που ο ρατσισμός καταπολεμάται και η ορατότητα της κάθε μίας μειονότητας έχει ενισχυθεί σημαντικά. Ήταν αρκετά δύσκολο, υπήρχε ξενοφοβία. Όχι πάντοτε ρατσισμός, απλώς αυτός ο φόβος, αυτός ο δισταγμός απέναντι στο ‘’άλλο’’, στο ‘’εξωτικό’’, στο ‘’διαφορετικό’’. Σκέψου μάλιστα ότι τραγουδούσα και αγγλόφωνα, κάτι που επίσης δεν είχε όση απήχηση μπορεί να έχει σήμερα, τουλάχιστον στο κομμάτι των εγχώριων δισκογραφικών εταιρειών. Οπότε, βάλτα όλα μαζί: μια κοπέλα μαύρη, με άφρο μαλλί, τραγουδάει ξένο ποπ. Μπορείς να καταλάβεις, φαντάζομαι. Η επαφή μου με ανθρώπους του χώρου είχε συνήθως έναν χαρακτήρα συγκεκριμένο. Μου έλεγαν να τραγουδάω ελληνικά, να ισιώσω μαλλί, να ‘’εξευρωπαϊστώ’’. Με ζόρισε αυτό το πράγμα και εγώ δεν ήθελα να υποχωρήσω. Στάθηκα δυναμικά και επίμονα στην ταυτότητά μου, αγνοώντας ενδεχομένως και ένα μερίδιο δόξας. Με ένοιαζε να μοιράσω την χαρά και τον έρωτα για την ζωή στους ανθρώπους όσο πιο κοντά στους δικούς μου όρους γινόταν.
2.Θα ήταν αλλιώς αν ξεκίναγες σήμερα…
Σαφώς. Τώρα, η μοναδικότητα κάθε ανθρώπου είναι εμπορεύσιμη, χρησιμοποιείται και κερδοσκοπικά στην εποχή μας. Οι εταιρείες έχουν δει ότι τους συμφέρει ουσιαστικά αυτό που είναι η αλήθεια, αυτό που ισχύει ούτως ή άλλως: ότι η διαφορετικότητά μας είναι η δύναμή μας. Δεν θα ‘’πουλούσα’’ ποτέ το γεγονός ότι είμαι μαύρη για να κάνω κάτι, άσχετα αν βλέπω ότι με προσεγγίζουν τα τελευταία χρόνια επειδή, παρεμπιπτόντως, είμαι μαύρη, ξένη, εξωτική, οτιδήποτε. Ούτε όμως θα ήθελα και να με έχει εμποδίσει το ότι είμαι μαύρη για να πετύχω πράγματα. Για το δεύτερο, πάλεψα πολύ. Αυτό που συζητάμε για το χρώμα του δέρματος, για το οποίο έχουν υποφέρει πολύ εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη γη, μπορούμε να το πούμε και για την σεξουαλική ταυτότητα. Πλέον, κάτι που βασάνιζε ως στίγμα, έχει έρθει ως brand μπροστά, ως ταυτότητα που μπορεί και να καπελώνει ταλέντα, μουσικές γνώσεις και τα λοιπά. Το είδαμε και φέτος στην Eurovision αυτό.
3.Και ποια είναι η άποψή σου;
Δεν μου φαίνεται αυθεντικό όλο αυτό. Στέκομαι σκεπτική, το παρατηρώ. Το βιώνω. Δεν σκέφτηκα ποτέ ως άτομο, ως καλλιτέχνης να αποκλείσω κάποιον ή κάποια συνεργάτη, ας πούμε, λόγω χρώματος ή σεξουαλικής επιλογής. Ξαναλέω, ούτε ποτέ ψαχνόμουν ή ψάχνομαι να βρω επί τούτου το διαφορετικό, αυτό που υποτίθεται ‘’παρεκκλίνει’’ για να νιώσω cool. Καθένας μας διαφέρει από τον διπλανό του. Ένα ομοφυλόφιλο άτομο μπορεί να είναι ατάλαντο και βαρετό. Ένας μαύρος καλλιτέχνης μπορεί να μην έχει το ταλέντο ενός λευκού. Το ζήτημα είναι να έχουμε όλες και όλοι ίσες ευκαιρίες. Αλλά δεν είμαι βέβαιη ότι αυτό επιτυγχάνεται αυτή τη στιγμή που μιλάμε αυτό το πράγμα. Θα δείξει σε μερικά χρόνια, ίσως. Περνάμε φάση επαναστατική, θέλουμε να αποτινάξουμε δαιμόνια του παρελθόντος και ίσως το κάνουμε λίγο άγαρμπα, λίγο μονοκόμματα, δεν ξέρω.
4. Shaya, εσύ γεννήθηκες στην Δανία, αλλά πήγες σχολείο στην Ελλάδα. Πώς βίωσες την μετάβαση αυτή;
Ναι, γεννήθηκα στην Κοπεγχάγη το 1983. Μπαμπάς Δανός, μαμά από την Γουιάνα. Οι γονείς μου χώρισαν και πήγαμε με την μαμά Σουηδία, όπου γνωρίζει τον πατέρα του αδερφού μου. Εγώ ήμουν έξι εφτά χρονών τότε. Πηγαίνω πρώτη δημοτικού εκεί και μαθαίνω σουηδικά, σε ένα πάρα πολύ ωραίο σχολείο, με καταπληκτικό περιβάλλον, με μουσική μέσα, με μαθήματα ξυλουργικής και ραπτικής, με δημιουργικά παιχνίδια και όλα αυτά, ξέρεις… Χωρίζει ξανά η μητέρα μου και το 1994 ερχόμαστε Ελλάδα, Θεσσαλονίκη, για δουλειά της μαμάς, η οποία ήταν dj. Εκεί, γνωρίζει τον Greek lover! (γέλια) Μου άρεσε η Θεσσαλονίκη, η μικρή Shaya έρχεται στον Νότο, στη Μεσόγειο, τέλος η Ευρώπη και τα λοιπά. Η γλώσσα, οι άνθρωποι, όλα καινούργια για μένα! Κατάλαβα ότι η νοοτροπία είναι διαφορετική, αλλά ως κοινωνικό παιδί έκανα πολύ γρήγορα φίλους και φίλες. Μου φαινόταν φυσιολογικό που με κοιτούσαν όλοι περίεργα, μα πώς να μην με κοιτούν: ακουστικά στ’ αυτιά, άφρο μαλλί, φαρδιά ρούχα στιλ ράπερ…
5.Τι μουσική έπαιζε τότε σε αυτά τ’ ακουστικά;
Μου άρεσαν τα γυναικεία συγκροτήματα της Αμερικής, αλλά άκουγα πολύ και Μάικλ Τζάκσον, Ουίτνεϋ Χιούστον, αλλά και Έλα Φιτζέραλντ και λίγα ροκ. Ξένη μουσική, ελληνικά όχι. Χρωστάω πολλά στους γονείς μου για την αγάπη μου και την κλίση μου στην μουσική: η μαμά μου dj και μάλιστα βραβευμένη μες στα 70s, από τις πρώτες γυναίκες dj του κόσμου, κι ο μπαμπάς συλλέκτης δίσκων φανατικός…

6.Από το στάδιο της έφηβης ακροάτριας μέχρι το να πιάσεις στ’ αλήθεια κι εσύ μικρόφωνο, τι μεσολάβησε;
Αρκετά! (γέλια) Κάποια στιγμή, αντιμετωπίσαμε στην Θεσσαλονίκη μια οικονομική δυσκολία. Ήμουν λίγο πριν τα 16 μου χρόνια, νομίζω. Πρότεινα στη μαμά μου να δουλέψω καλοκαίρι και να βοηθήσω. Είχαμε κομμωτήριο και βοήθαγα κι εκεί, αλλά δεν πήγε πολύ καλά αυτή η επιχείρηση. Η μαμά μου ήταν μια πολύ αυστηρή γυναίκα, μεγάλωσα αρκετά περιορισμένα-boyfriends και τέτοια ούτε για πλάκα. Εγώ σκεφτόμουν να πάω να χορέψω σε νυχτερινά μαγαζιά, ε, αυτό δεν άρεσε πολύ στην μαμά, αλλά με εμπιστεύθηκε. Χόρευα r’n’b, pop, mainstream σε εκδηλώσεις που στήνονταν σε μαγαζιά, σε πάρτυ και τέτοια. Πήγαινα από μικρή σε σχολή χορού, έκανα λάτιν και τέτοια, και μου άρεσε πολύ να χορεύω και να πληρώνομαι. Κάποια στιγμή, μου προτείνουν για περισσότερα και πιο σταθερά λεφτά να πάω να δουλέψω μπαργούμαν στην Καβάλα, λίγο πριν τα 18 μου. Πάω, αλλά υπήρξα κάκιστη μπαργούμαν, δεν μου πήγε αυτή η δουλειά. Εν τω μεταξύ, η αφεντικίνα μου, η κυρία Φιλιώ, με άκουγε που συνεχώς τραγουδούσα πίσω από το μπαρ και μου πρότεινε να λέω κανα δυο τραγούδια στο πρόγραμμα, έτσι, για να γουστάρω, να αφήσω το μπαρ και να παίρνω τα ίδια χρήματα.
7.Φαντάζομαι, ενθουσιάστηκες!
Εννοείται. Και ήταν και η αίσθηση του κόσμου θετική. Χειροκροτούσε ο κόσμος, χόρευε, από την πρώτη πρώτη φορά που σηκώθηκα να τραγουδήσω και να χορέψω στο κλαμπ. Κάποια στιγμή, θυμάμαι να λέω στον εαυτό μου: ‘’καλέ, αυτό είναι ωραίο, δεν μοιάζει με δουλειά, είναι σκέτη απόλαυση!’’ Από εκεί κι ύστερα, ήρθε μια πρόταση να πάω σε νυχτερινό μαγαζί τον χειμώνα στην Θεσσαλονίκη. Κάνω οντισιόν στο μαγαζί, με προσέλαβαν επιτόπου και γίνομαι μονομιάς showman, με τραγούδι, χορεύτριες, χαμός! Κι από εκεί, με παίρνουν μετά από λίγο καιρό στα Μαμούνια Live, το πιο γνωστό μαγαζί της Θεσσαλονίκης, ένα μέρος πολύ in εκείνη την εποχή, τέλη 90s. Κάθομαι δυόμιση σεζόν, καλοκαίρια και χειμώνες, μέχρι που βγαίνει η διαφήμιση για την δημιουργία ενός ελληνικού girl band…
8.Και λίγο καιρό μετά, άλλαξε η ζωή σου.
Χάρη στον κολλητό μου. Αυτός με έσπρωξε να πάω στην οντισιόν, αυτός δήλωσε τα στοιχεία μου! Εγώ δεν το πίστευα, γιατί πίστευα ότι δεν μπορούσα να τραγουδήσω ελληνικά. Εγώ τραγούδαγα Britney Spears, το Maria Maria του Santana, τέτοια…Πάω όμως στην οντισιόν και την περνάω, όπως περνάω και την δεύτερη και την τρίτη. Κάπου αρχίζω και το πιστεύω μέσα μου και, πλέον, το θέλω αλήθεια, θέλω να γίνω μέλος ενός γυναικείου συγκροτήματος. Ήμουν 19 χρονών κορίτσι. Όταν με πήραν, πετούσα στα σύννεφα. Έβλεπα το όνειρό μου να πραγματοποιείται, γιατί πλέον επίσημα είχα καταλάβει και δηλώσει σε όλους και στον εαυτό μου ότι εγώ αυτό θα κάνω στην ζωή μου, θα γίνω περφόρμερ.
9.Χαμός με τις Hi5, όλα τα κοριτσάκια παραληρούσαμε για εσάς. Η μία ήταν φαν της μίας, η άλλη της άλλης, σας παρακολουθούσαμε στα κοριτσίστικα περιοδικά. Αξέχαστες εποχές. Πού οφειλόταν η επιτυχία σας, λες;
Ήμασταν τόσο διαφορετικές μεταξύ μας, τόσο καλές καλλιτέχνιδες όλες, θέλω να πιστεύω. Με πραγματικές φωνητικές ικανότητες και παρουσία κατάλληλη για stage. Αλληλοσυμπληρωνόμασταν. Δεν ήμασταν όλες το ίδιο φίλες μεταξύ μας. Εγώ ήμουν, ας πούμε, πιο κοντά με τη Νάνσυ. Η Φρόσω ήταν η πιο ντροπαλή. Η Μαρλέν ήταν με τις ώρες της: και ευαίσθητη, και γκρινιάρα και απ’ όλα! Εγώ προσπαθούσα να ισορροπώ, να κρατώ την αρμονία στις σχέσεις μας, να γουστάρουμε. Το ‘’Ξέρω τι ζητάω’’ ήταν το πρώτο μας τραγούδι και έγινε big hit. Με δυσκόλεψε: ένα κατεβατό στα ελληνικά! Αλλά η Warner ήξερε τι έκανε, οι άνθρωποι που μας διάλεξαν, ο Θεοφανέλης, ο Μουρατίδης και η Κατραβά νομίζω σοφά επέλεξαν και οφείλεται και σε αυτούς μεγάλο μέρος της επιτυχίας μας. Μπαίνοντας στις HI5 θυμάμαι είχα δυναμισμό, ελευθερία, είχα μόλις χωρίσει κιόλας και ήμουν πολύ συγκεντρωμένη στο να κάνει καριέρα. Ζητούσα σεβασμό και αγάπη. Νομίζω όλες μας είχαμε προσήλωση στο να πετύχουμε. Κι αυτό είναι σημαντικό σε μια ομάδα.
10.Γιατί διαλύθηκαν οι Hi5;
Έγινε πολύ απότομα αυτό. Ήταν επιλογή της Warner του εξωτερικού και το παράρτημα στην Ελλάδα σταμάτησε την χρηματοδότηση. Ενάμιση χρόνο λοιπόν μετά την δημιουργία της μπάντας και με όλο αυτό το μπαμ που είχε γίνει, μας μαζεύουν όλες στο γραφείο και μας λένε ότι το συμβόλαιό μας παύει να ισχύει. Κάποιες άλλες εταιρείες ήθελαν τρεις από τις πέντε, κάποιες ενδιαφέρονταν για κάποιες ξεχωριστά, αλλά εμείς θέλαμε να είμαστε όλες μαζί, όπως αρχίσαμε. Υπήρχαν και κάποιας λογιστικής, φορολογικής φύσης θέματα, τα οποία δεν γνωρίζαμε. Ήμασταν μικρά κορίτσια και δεν ξέραμε να κάνουμε διαχείριση, επαναπαυόμασταν στους ανθρώπους της εταιρείας που τα κανόνιζαν όλα για εμάς. Μια λογίστρια μάς έκλεψε κανονικότητα, βρεθήκαμε να χρωστάμε λεφτά, όλο αυτό μάς άφησε μια ξινίλα και αφήσαμε λίγο στην άκρη την ιδέα ενός reunion.
11.Σου άρεσε η γεύση της διασημότητας που γνώρισες μέσω των Hi5;
Μου άρεσε πολύ το θέμα των συναυλιών. Ένιωθα να βγάζω φτερά στους αστραγάλους, να πετάω, να είμαι αυτή που ήθελα πάντα και εκεί που ήθελα: στο stage, με ανθρώπους, με αίσθηση μοιράσματος, έρωτα, αγάπης, ομορφιάς. Όλο το υπόλοιπο, όμως, δεν μ’ άρεσε. Όπου βρισκόμουν γέμιζε όλο το μαγαζί, η πλατεία, δεν μπορούσα να απολαύσω ηρεμία. Ίσως ακούγεται ψωνίστικο, αλλά λέω αλήθεια, μιλώ ειλικρινά. Ήταν άλλες εποχές, τώρα δεν γίνεται αυτό, αλλά τότε δεν υπήρχε Instagram…
12.Μόλις καταλάγιασε η φάση με τις Hi5 τι έκανες;
Έκανα μια δικιά μου καραντίνα. Έκατσα σπίτι τρεις μήνες, ξεκουράστηκα, σκέφτηκα, ανάσανα. Ήθελα να σκεφτώ ‘’τι θέλω τώρα να κάνω;’’. Συνεχίζεις το τραγούδι, πας πάλι σε μαγαζιά, τι κάνεις; Αποφάσισα να συνεχίσω να είμαι performer, να αξιοποιήσω την εμπειρία που είχα αξιοποιήσει. Όμως, το come back μου δεν ήταν εύκολο ή σούπερ ουάου, γιατί βρέθηκα σε μαγαζιά λίγο βήτα διαλογής, μπουζούκια, να ανοίγω προγράμματα και τέτοια. Μιλάμε για το 2005. Ένιωθα πως δεν ταίριαζα, ο κόσμος αδιαφορούσε γι’ αυτό που έκανα, περίμενε το μεγάλο όνομα, το λαϊκό. Μου άρεσε πολύ όταν λίγο αργότερα συνεργάστηκε με τον Κουρκούλη και τον Χρήστο Δάντη, εκεί ένιωθα πιο ‘’εγώ’’. Κι άρχιζαν προτάσεις, πια, αυτού του επιπέδου. Χαιρόμουν. Αλλά ήθελα να κάνω και δισκογραφικά κάτι. Κι εκεί επίσης είχα δυσκολίες.
13.Δηλαδή;
Μου έλεγαν ότι έχω ‘’καεί’’ λίγο. Ότι ήμουν σε ένα συγκρότημα, ότι τι θα κάνω μόνη και όλα αυτά. Συζήταγαν μαζί μου αλλαγή του στιλ μου. Έλεγαν πως τους δυσκολεύει να προωθήσουν την εμφάνισή μου. Εγώ δεν ενθουσιαζόμουν. Άρχισα να σκέφτομαι μήπως φύγω από την Ελλάδα. Ήμουν, πια, μια γυναίκα λίγο πριν τα 30, η οποία είχε δουλειά, αλλά δεν ένιωθε να έχει καριέρα, την καριέρα που της αξίζει. Κι ανησυχώ φουλ. Τότε είναι που βρίσκεται στον δρόμο μου ο Μάριος ο Θεοφίλου, ο οποίος αντιλαμβάνεται την μουσική με τρόπο κοινό με τον δικό μου. Η εταιρεία του υποστήριξε και ανέδειξε καλλιτέχνες όπως οι Vegas, οι Otherview και άλλοι…Και καταφέραμε ωραία πράγματα και στιγμές επιτυχίας. Έχει έρθει λίγο και η ξένη μουσική πιο έντονα στα κλαμπ και στα ραδιόφωνα, άρα και η συγκυρία είναι ευνοϊκή. Ήταν όλο σωστό! Οι χορηγοί, τα Mad Awards, τα φεστιβάλ…
14.Ξεκινάει λοιπόν, εκεί γύρω στο 2008, 2009, 2010, μια όμορφη εποχή για σένα. Πολύ κοινό σε ξαναθυμήθηκε με το “Πριν σε γνωρίσω” των Stavento και, λίγο αργότερα, πάλι όταν έκανες με τον Mark F. Angelo το “Far From Everything“.
Καταπληκτικά χρόνια, περιοδείες, λάιβ, λάμψη, βραβεία, στούντιο, ταχύτητες εκπληκτικές και κάποτε αγχωτικές. Το ‘’Πριν σε Γνωρίσω’’ το πρωτοείδα τρεις ώρες πριν το ηχογραφήσω. Με άφησαν να αυτοσχεδιάσω, το αγάπησα πολύ. Ένα χρόνο μετά, ο Θεοφίλου με ξαναπαίρνει πάλι τελευταία στιγμή για να ηχογραφήσω το theme songs των Mad Awards. Ξανά, τελευταία στιγμή, μπαμ μπαμ. Και λες, αν είναι να συμβεί κάτι, συμβαίνει. Ζω το όνειρο. Είμαι στην Ελλάδα, τραγουδάω στ’ αγγλικά, αναγνωρίζεται η δουλειά μου, οι ικανότητές μου. Αλλά η ελληνική δισκογραφία σύντομα ‘’αντεπιτίθεται’’ και η δισκογραφική του Θεοφίλου με τους αγγλόφωνους καλλιτέχνες της ποπ-μέινστριμ αρχίζει και παρουσιάζει πτώση. Δεν μας στηρίζουν πολύ τα ραδιόφωνα και το 2012 το όνειρο σταματάει, λίγο κόβεται όλη η ροή και βρίσκομαι πάλι σε μια θέση που δεν ξέρω τι να κάνω. Να σταματήσω, να βρω καινούργιο όνειρο, να φύγω εκτός Ελλάδας;
15.Ξανά μανά!
Ναι, και με είχαν πιάσει και αρκετά ψυχοσωματικά σε αυτή τη φάση. Νιώθω κενό. Είμαι χωρίς δισκογραφική. Το 2015 βρίσκω μία εταιρεία και πάω να διαγωνιστώ ως υποψήφια για την Eurovision. Ήμουν μία από τις πέντε επιλογές, παίρνω τρίτη θέση. Με το τραγούδι ‘’Sunshine’’. Ποιος ξέρει, ίσως κάποια στιγμή καταφέρω να εκπροσωπήσω την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό διαγωνισμό τραγουδιού, θέλω! Εκείνη την περίοδο, εργάζομαι στο Νότη Σφακιανάκη. Έχω χωρίσει με την μεγάλη μου σχέση, τον dj από τους Vegas, και στα μπουζούκια γνωρίζω των άντρα μου, τον Θοδωρή. Δύο χρόνια αργότερα, έγινα μαμά. Γίνονται όλα τσακ μπαμ, έρωτες, καινούργια ξεκινήματα…Φεύγω τελείως από το κεφάλαιο νυχτερινά κέντρα, πριν μείνω έγκυος αυτή η απόφαση. Πριν μείνω έγκυος, επίσης, ανοίγει μια οντισιόν στη Δανία για ένα γαμάτο μιούζικαλ, συμμετέχω και με παίρνουν. Πήγα τον Οκτώβριο της επόμενης χρονιάς που ξεκίναγαν οι παραστάσεις με την υποστήριξη της πεθερας μου που ήρθε μαζί. Πολύ ωραία πήγε αυτό, αλλά μου αρέσει η Ελλάδα, μου έλειψε. Μένω κιόλας Λαγονήσι, κοντά στην θάλασσα.
16.Και μόλις γύρισες Ελλάδα, τι συνέβη;
Μια πρόταση για να πάω να τραγουδήσω στην Μύκονο σεζόν. Κάθε μέρα τραγούδι, καλά χρήματα, παραλία, καλοκαίρι. Λέω ναι και περνάω στ’ αλήθεια τέλεια. Εδώ και πέντε χρόνια πηγαίνω Μύκονο, λοιπόν, και παράλληλα σε λάιβ στο εξωτερικό, γνωρίζοντας κόσμο από παντού και προσαρμόζοντας το λουκ μου, το στιλ μου. Έχω βρει τον εαυτό μου, κάνω περφόρμανς, ο κόσμος γουστάρει, εγώ κερδίζω το ψωμί μου από το όνειρό μου και, παράλληλα, έχω δημιουργήσει μια δική μου δισκογραφική, και κυκλοφορώ τραγούδια όποτε θέλω, όποτε νιώθω έτοιμη πως έχω να πω κάτι στον κόσμο. Να, όπως τώρα με αυτό το ‘’Τι είχα, τι έχασα’’, που είναι ουσιαστικά το μότο ζωής μου. Αλλά, δεν είναι μόνο αυτό, φυσικά. Είναι και κάτι που νιώθω πως δεν αποτελεί και την πιο κουλ φιλοσοφία ζωής στο σήμερα: το ότι αξίζει να δουλεύεις σκληρά για τα όνειρά σου. Το ότι είναι υπέροχο αυτό το πράγμα, σε κρατάει ζωντανό. Η εποχή μας είναι πολύ γρήγορη, τα μικρά παιδιά ίσως έχουν την αίσθηση ότι όλα θα τους έρθουν αμέσως, ότι το χρήμα και η επιτυχία είναι κάτι για το οποίο δεν χρειάζεται να κοπιάσουν. Ίσως μεγάλωσα, αλλά, δεν ξέρω, δεν με ψήνει πολύ όλο αυτό το σκηνικό.
17.Αγαπάς την ζωή σου όπως σου ήρθε, αυτό αντιλαμβάνομαι. Γουστάρεις ακόμα και τα εμπόδια που σου έκατσαν!
Μα, ναι. Αλλιώς, δεν θα ήμουν αυτή που είμαι. Δεν θα ήμουν αυτή η γυναίκα, αυτή η καλλιτέχνιδα, αυτή η σύντροφος, αυτή η μάνα. Φυσικά, συνεχίζω να ονειρεύομαι, να σχεδιάζω πράγματα, απλώς δεν εξαρτώμαι από καμία αναμονή μεγάλου μπαμ ή τεράστιου σουξέ. Αν είναι να έρθει, ας έρθει. Εγώ εδώ είμαι. Και θα χαρώ και αν έρθει σε καλλιτέχνη που θα εμπιστευθεί την εταιρεία μου και θα δουλέψουμε μαζί-γιατί κάνω και αυτό πλέον και μου δίνει τεράστια χαρά και υπερηφάνεια.
*Διαβάστε ακόμη: Σμαράγδα, πιο cool είσαι εσύ ή η Γεωγραφία;