Το φαινόμενο της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία ή ορθότερα το αδίκημα της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας στο εργασιακό περιβάλλον δεν αποτελεί σπάνια ή ασυνήθιστη περίπτωση. Συνηθέστερα παρατηρείται από εργοδότες οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη βιοπορισμού που έχουν τα άτομα, προβαίνουν σε ανήθικες συμπεριφορές. Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης παρατηρούνται και μεταξύ συναδέλφων καθώς και από προϊστάμενους σε υφιστάμενους και το αντίστροφο, από εργαζόμενους σε εργοδότες αλλά και από πελάτες. Αξίζει να αναφερθεί ότι σεξουαλική παρενόχληση παρατηρείται και κατά το στάδιο εύρεσης/αναζήτησης εργασίας, και όχι απαραίτητα κατά τη διάρκεια της εργασιακής σχέσης.
Τί ορίζεται ως σεξουαλική παρενόχληση;
Οποιαδήποτε άσκηση μη επιθυμητής συμπεριφοράς σεξουαλικού περιεχομένου από ένα άτομο προς ένα άλλο άτομο. Σύμφωνα με το Νόμο 3896/2010[1] και συγκεκριμένα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 και περίπτωση δ΄, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 22 παρ. 2 Ν. 4604/2019[2] και ισχύει ««σεξουαλική παρενόχληση συνιστά οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. Διατάξεις που προβλέπουν κυρώσεις για την επίδειξη τέτοιας συμπεριφοράς εφαρμόζονται ως ισχύουν». Σύμφωνα δε με το άρθρο 3 παρ. 2 περ. α΄ του 3896/2010 «Η παρενόχληση, η σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και οποιαδήποτε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση που οφείλεται στην ανοχή ή στην απόρριψη αυτής της συμπεριφοράς, συνιστούν διάκριση λόγω φύλου και απαγορεύονται».
Στον ποινικό μας κώδικα η εν λόγω συμπεριφορά τυποποιείται στο άρθρο 337 παρ. 4 με τίτλο «Προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας», το οποίο ορίζει ότι «Όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης θέσης εργασίας, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη». Με την παρ. 4 του εν λόγο άρθρου προστατεύεται ειδικότερα η γενετήσια ελευθερία και αξιοπρέπεια που μπορεί να προσβληθούν στον χώρο εργασίας ή στο πλαίσιο αναζήτησης εργασίας και θεμελιώνεται το αξιόποινο σε περίπτωση βάναυσης προσβολής της τιμής του θύματος, προσβολής που συνδέεται άρρηκτα με την εκμετάλλευση της εργασιακής θέσης ή της κατάστασης αναζήτησης εργασίας από αυτό.
Συνεπώς, η αντικειμενική στοιχειοθέτηση του ανωτέρω αδικήματος, απαιτεί τέλεση α) χειρονομιών γενετήσιου χαρακτήρα λ.χ. απρεπή αγγίγματα, χάδια, ψαύσεις στο σώμα κτλ), οι ασελγείς χειρονομίες είναι ελαφρότερες ερωτικές πράξεις που δεν φτάνουν στο σημείο της ασελγούς πράξης αλλά πάντως τελούνται σε σωματική επαφή β) προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις (είτε προφορικές είτε γραπτές είτε με χειρονομίες) και δεν προϋποθέτουν σωματική επαφή ενώ υποκειμενικά απαιτείται δόλος (αρκεί και ο ενδεχόμενος), συνιστάμενος στη γνώση και τη θέληση πραγματώσεως των στοιχείων της πράξης, ήτοι τη γνώση και τη θέληση του δράστη να προσβάλλει βάναυσα την τιμή του άλλου, βάναυσα την αξιοπρέπεια άλλου στο πεδίο της γενετήσιας ζωής με χειρονομίες ή προτάσεις που αφορούν σε γενετήσιες πράξεις.
Περιπτώσεις που κατ’ αρχήν δεν στοιχειοθετούν το αδίκημα :
- η προσφορά ή το αίτημα εξυπηρέτησης σχετικά με το εργασιακό κομμάτι (λ.χ. μεταφορά με αυτοκίνητο από και προς την εργασία)
- η προσφορά ενός ροφήματος
- η οικειότητα και οι φιλικοί δεσμοί που δημιουργούνται μεταξύ συναδέλφων λόγω, συνήθως, πολυετούς συνεργασίας τους αλλά και της καθημερινής τριβής τους λ.χ. με τη συζήτηση προσωπικών προβληματισμών
- η απεύθυνση κομπλιμέντων, όχι – προφανώς – με χυδαίο ή προσβλητικό τρόπο.
Πού μπορεί να συμβεί η παρενόχληση;
- Στο γραφείο
- Στην εκπαίδευση που συνδέεται ή λαμβάνει χώρα με αφορμή την εργασία
- Στο διάλειμμα (ανάπαυσης ή φαγητού)
- Σε χώρους ατομικής υγιεινής
- Στα αποδυτήρια
- Στις μετακινήσεις και τα επαγγελματικά ταξίδια
- Σε οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας μέσω τεχνολογιών πληροφορικής
- Στις εκδηλώσεις και τις κοινωνικές δραστηριότητες σχετιζόμενες με την εργασία
Αν η σεξουαλική παρενόχληση λάβει χώρα στο χώρο εργασίας, ο εργαζόμενος οφείλει και πρέπει να προβεί σε άμεση ενημέρωση του εργοδότη του. Ο εργοδότης με την σειρά του οφείλει και πρέπει να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο εργατικό δίκαιο, ώστε να προστατεύσει τον εργαζόμενο – θύμα παρενόχλησης.
Ο εργοδότης οφείλει και υποχρεούται (ενδεικτικά): α) να προλαμβάνει εκδηλώσεις συμπεριφορών που εμπεριέχουν βία και παρενόχληση στο χώρο της εργασίας, άλλως να τις σταματάει ολοκληρωτικά όταν αυτές εκδηλωθούν β) να παραλαμβάνει και να διαχειρίζεται την εκάστοτε καταγγελία ή σχετική αναφορά, με εχεμύθεια και τρόπο που απορρέει σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, γ) να καθιστά εφικτή τη συνεργασία και παροχή κάθε σχετικής πληροφορίας στις αρμόδιες αρχές (δημόσια, διοικητική ή δικαστική), εφόσον ζητηθεί, κατά την διάρκεια έρευνας περιστατικού ή συμπεριφοράς που εμπεριέχει σεξουαλική παρενόχληση εντός του χώρου εργασίας.
Αν ο εργοδότης αδιαφορήσει, τότε α) γεννάταιπαράβαση από την υποχρέωση πρόνοιας του εργοδότη σύμφωνα με την γενική διάταξη του αρ. 662[3] του Αστικού Κώδικα αλλά και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 76/207/ΕΟΚ[4] και β)προβαίνει σεκαταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος από πλευράς του.
Η ίδια η νομοθεσία προβλέπει ότι εάν ο εργοδότης προβεί σε απόλυση του/της εργαζόμενο/-ης με επειδή δεν ενέδωσε στην σεξουαλική παρενόχληση δύναται να θεωρηθεί άκυρη η απόλυση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 Ν.4808/2021[5] και 14 Ν. 3896/2010[6] περί απαγόρευσης διακρίσεων και κάθε άλλης δυσμενούς μεταχείρισης λόγω φύλου στην εργασία. Ταυτόχρονα ο εργαζόμενος μπορεί να ασκήσει αγωγή για αναγνώριση ακυρότητας απόλυσης. Αυτό – προφανώς – δεν ισχύει, και είναι νομότυπη η απόλυση, εάν το θύμα της σεξουαλικής παρενόχλησης είναι ο ίδιος ο εργοδότης και ο δράστης είναι ο εργαζόμενος. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο εργοδότης, αφού προηγουμένως υποβάλει έγκληση, δύναται να απολύσει τον εργαζόμενο χωρίς μάλιστα να είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει την αποζημίωση απόλυσης.
Ποια δικαιώματα έχει στη φαρέτρα του ο εργαζόμενος:
Ο εργαζόμενος μπορεί α) να υποβάλλει έγκληση[7] κατά του θύτη σύμφωνα με το άρθρο 337 παράγραφος 4 του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αναφέρεται στις περιπτώσεις παρενόχλησης εντός του εργασιακού χώρου, β) ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να καταγγείλει εντός της επιχείρησης την παρενόχληση σύμφωνα με την πολιτική για τη διαχείριση εσωτερικών καταγγελιών σύμφωνα με άρθρο 12 παρ. 1 Ν. 4808/2021[8], γ) εφόσον εργάζεται στον Ιδιωτικό Τομέα, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα προσφυγής, υποβολής καταγγελίας και αίτησης για διενέργεια εργατικής διαφοράς στην Επιθεώρηση Εργασίας, σύμφωνα με το άρ. 18 Ν. 4808/2021[9], δ) εφόσον εργάζεται στο Δημόσιο έχει δικαίωμα ενυπόγραφης αναφοράς στο τμήμα «Κύκλος Ισότητας Φύλων» στο γραφείο του Συνηγόρου του Πολίτη, εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από τότε που έλαβε πλήρη γνώση των ενεργειών ή παραλείψεων της Διοίκησης για τις οποίες προσφεύγει στον Συνήγορο του Πολίτη σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.4 Ν. 3094/2003[10], ε) να προσφύγει στα πολιτικά δικαστήρια και να αξιώσει αποζημίωση, λόγω προσβολής της προσωπικότητας του και αποζημίωση ηθικής βλάβης κατά άρθρα 57[11], 59[12], 299[13] και 932[14] του Αστικού Κώδικα. Η προσβολή της προσωπικότητας δεν προϋποθέτει «ασελγείς» χειρονομίες και προτάσεις, αλλά απλώς γεγονότα ικανά να αποτελέσουν σεξουαλική διάκριση, δημιουργώντας κλίμα εκφοβισμού στο χώρο εργασίας. Σε περίπτωση πιθανολόγησης υπάρχοντος και επικείμενου κινδύνου, ο παθών μπορεί να καταθέσει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και να ζητήσει να διαταχθούν κατάλληλα περιοριστικά μέτρα (λ.χ. να μην επιτρέπεται να προσεγγίζει ο θύτης το θύμα σε απόσταση ορισμένων μέτρων).
Οι υπάλληλοι, είτε του δημόσιου είτε του ιδιωτικού τομέα, εφόσον υποστούν σεξουαλική παρενόχληση, έχουν επίσης το δικαίωμα να υποβάλλουν αναφορά στο Συνήγορο του Πολίτη σύμφωνα με το άρθρο 25 του Νόμου 3896/2010[15].
Η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί ένα φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας, με αρκετά μεγάλη συχνότητα στις μέρες μας, το οποίο όμως αντιμετωπίζεται από τον Έλληνα νομοθέτη. Το ταμπού σχετικά με την καταγγελία της σεξουαλικής παρενόχλησης θα πρέπει να «σπάσει», δεν θα έπρεπε – καν – να αντιμετωπίζεται ως ταμπού. Δεν είναι ντροπή να καταγγείλεις το άτομο που σε έφερε σε απόγνωση, που σε εξαθλίωσε ψυχικά ή σε έκανε να νιώσεις ότι το σώμα σου είναι σεξουαλικό αντικείμενο, «ντροπή» είναι να αφήσεις το άτομο αυτό να θεωρεί ότι κέρδισε, και σε έκανε να μην σπάσεις την σιωπή σου, να μην διεκδικήσεις τα δικαιώματα σου. Δεν θα πρέπει ποτέ να εγκαταλείψουμε την διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας, άλλως έτσι θα επιτρέψουμε την υπονόμευση τους.
[1] Αναλυτικά ο νόμος 3896/2021 «Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης − Εναρμόνιση της κείμενης νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006 και άλλες συναφείς διατάξεις.(ΦΕΚ Α’ 207/08-12-2010)» σύμφωνα με τις τελευταίες τροποποιήσεις με το νόμου 4808/2021
[2] Βλ. αναλυτικά το νόμο και το άρθρο
[5] Link