Οι επαφές μεταξύ των παιδιών ξεκινούν συνήθως νωρίς, μέσα στον πρώτο χρόνο της ζωής τους, μια και οι γονείς επιδιώκουν συναντήσεις με οικογένειες με παιδιά παρόμοιας ηλικίας ή βόλτες σε μια σταθερή παιδική χαρά, «ώστε τα μικρά να γνωριστούν και να παίξουν». Την περίοδο αυτή δεν μπορούμε ακόμη να κάνουμε λόγο για φιλίες και παρέες, αλλά για τα πρώτα βήματα κοινωνικοποίησης, (ολιγόλεπτης) αυτονόμησης και αλληλεπίδρασης με συνομηλίκους.
Μέχρι τα τρία έτη συνήθως τα παιδιά παίζουν αυτόνομα, ακόμη κι αν βρίσκονται στον ίδιο χώρο και απασχολούνται με τα ίδια παιχνίδια. Μόλις ενταχθούν στο σχολικό περιβάλλον γίνονται αρχικά μέλη μιας ομάδας, στο πλαίσιο της οποίας αρχίζουν σταδιακά να δημιουργούνται κάποιες πρώτες φιλίες. Με άλλα λόγια, στην προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία το παιδί αποκτά τους πρώτους του φίλους, με τους οποίους δεν είναι διόλου απίθανο να συμπορευτεί για πολλά χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση, οι παιδικές φιλίες δεν είναι κάτι απλό – τα παιδιά υπερβάλλουν, θυμώνουν, τσακώνονται, ζηλεύουν και παρεξηγούνται. Και δύο και τρεις φορές τη μέρα! Όμως οι ζυμώσεις αυτές, παρά τις όποιες εντάσεις, είναι μαθήματα ζωής και χρήσιμες ώστε τα παιδιά να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση, γνώση και σεβασμό προς κάθε διαφορετικότητα, ικανότητα διαπραγμάτευσης και επιλογής φίλων που τους ταιριάζουν, δηλαδή κοινωνικές δεξιότητες που θα τα συνοδεύουν μια ζωή. Τι γίνεται όμως όταν το παιδί μας δεν έχει φίλους, είτε γιατί το ίδιο δυσκολεύεται/αρνείται να κοινωνικοποιηθεί είτε γιατί τα άλλα παιδιά το κάνουν πέρα;
Είναι απολύτως φυσιολογικό οι γονείς να ανησυχούν όταν το παιδί τους πηγαίνει πια στο δημοτικό και δεν έχει καθόλου φίλους και προφανώς χρειάζεται να το υποστηρίξουν όταν το βλέπουν χαμένο και δυστυχισμένο μέσα στη μοναξιά του. Το καμπανάκι μπορεί να χτυπήσει με δύο τρόπους: είτε το ίδιο το παιδί μεταφέρει στους γονείς ως παράπονο («δεν με παίζουν…», «πάλι δεν με κάλεσαν στο πάρτι»), ακόμη και ως σχολική άρνηση, την πραγματικότητα που βιώνει είτε η πληροφορία φτάνει στην οικογένεια μέσω του δασκάλου ή της δασκάλας της τάξης που παρατηρεί καθημερινά τη συμπεριφορά του.
Παρά τη θλίψη που καταλαμβάνει τους γονείς μετά τη συνειδητοποίηση ότι το παιδί τους δεν έχει καταφέρει ακόμη ούτε να ενταχτεί στην ομάδα ούτε, έστω, να κάνει παρέα με ένα δυο άλλα συμμαθητάκια του, δεν χρειάζεται πανικός. Ας εξετάσουμε εν συντομία τι μπορείτε να κάνετε για να αλλάξετε την κατάσταση:
Κατανόηση των αιτιών: Εν αρχή ην η κατανόηση. Προσπαθήστε να καταλάβετε γιατί το παιδί σας δυσκολεύεται να κάνει φίλους. Μήπως είναι ντροπαλό, ήσυχο εξ ιδιοσυγκρασίας ή ανασφαλές; Μήπως είναι επιθετικό και γι’ αυτό απομονωμένο; Γιατί δεν έχει κατακτήσει ακόμη τις κοινωνικές δεξιότητες που συμβαδίζουν με την ηλικία του και έχει κοινωνικό άγχος; Μήπως μεγαλώνει σε μια «κλειστή» οικογένεια και χρειάζεται να αλλάξετε κι εσείς λιγάκι και να αναλογιστείτε τις σχέσεις σας με τους δικούς σας φίλους, ώστε να λειτουργήσετε ως παράδειγμα; Μιλήστε με τον/την εκπαιδευτικό και ζητήστε του/της να σας δώσει τη δική του εικόνα. Ακόμη κι αν δεν σας αρέσει αυτό που θα σας πει, προσπαθήστε να μην το αρνηθείτε (η άρνηση είναι συνήθως η πρώτη αντίδραση ενός γονιού όταν ακούσει κάτι άσχημο για το παιδί του). Μόνο αν αναγνωρίσετε το πρόβλημα θα μπορέσετε να βοηθήσετε. Ρωτήστε έπειτα το παιδί τι πιστεύει το ίδιο και κάντε ενεργητική ακρόαση. Μπορεί να μην ξέρει ακριβώς τι του συμβαίνει ή να μη γνωρίζει τις λέξεις ώστε να το εκφράσει, όμως σίγουρα έχει πολλή πληροφορία να σας δώσει – με τον δικό του τρόπο. Αν είστε ουσιαστικά παρόντες, θα βρει τον τρόπο να σας εξηγήσει. Άπαξ και γίνει κατανοητή η αιτία, τότε ξέρετε σε ποιο μονοπάτι θα βαδίσετε στο πλευρό του ώστε σιγά σιγά η κατάσταση να αλλάξει.
Υποστήριξη των κοινωνικών του δεξιοτήτων: Εφόσον διαπιστώσετε ότι το παιδί σας δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει τις κοινωνικές δεξιότητες που αντιστοιχούν στην ηλικία του μπορείτε να το βοηθήσετε να τις βελτιώσει. Προσοχή! Χωρίς πίεση και άγχος. Το παιδί θα εισπράξει την αγωνία σας και κατά πάσα πιθανότητα θα αντιδράσει σαν στρείδι· θα κλειστεί ακόμη περισσότερο στο καβούκι του. Ένα βήμα τη φορά: επιδιώξτε να καλέσετε ένα ή δύο παιδιά που εκείνο θα επιλέξει για playdate στο σπίτι σας, σε μια παιδική χαρά ή σε έναν παιδότοπο. Γνωρίστε γονείς συμμαθητών του τους οποίους δηλώνει ότι συμπαθεί, μοιραστείτε μαζί τους τους προβληματισμούς σας και ζητήστε τους, εφόσον συμφωνούν, να συναντιέστε πού και πού με τα παιδιά εκτός σχολικού πλαισίου. Προτείνετέ του μια εξωσχολική δραστηριότητα (της αρεσκείας του, όχι της δικής σας) όπου θα συμμετέχουν και άλλα παιδιά. Είναι σημαντικό να το κάνετε να φανεί ως προσωπική του επιλογή και όχι ως δική σας προσπάθεια να το κοινωνικοποιήσετε με το ζόρι. Το θεατρικό παιχνίδι θεωρείται η καλύτερη μέθοδος για να το «ξεκλειδώσετε» ή να το ηρεμήσετε σε περίπτωση που δυσκολεύεται με τα συναισθήματά του και γι’ αυτό δεν μπορεί να συνδεθεί εύκολα.
Αναγνώριση των δυνατοτήτων του: Εστιάστε στα προτερήματα και στις δυνατότητες του παιδιού σας για να ενισχύσετε την προσωπικότητα, την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή του. Μπορεί να μην είναι δημοφιλές, μα είναι χίλια δυο άλλα! Μην του ρίξετε ευθύνες για ό,τι συμβαίνει, ακόμη κι αν αυτές υπάρχουν. Οδηγήστε το ώστε να κατανοήσει μόνο του πώς μπορεί να βελτιώσει τη συμπεριφορά του. Μάθετέ του να ζητάει συγγνώμη – αυτό θα του χρειαστεί και στο μέλλον. Αποκωδικοποιήστε και έπειτα απομυθοποιήστε μέσα από τον διάλογο το συμβολικό παιχνίδι (π.χ. με κουκλάκια ή με Playmobil), τη ζωγραφική και την από κοινού μεγαλόφωνη ανάγνωση εικονογραφημένων βιβλίων (με θέμα το σχολείο, τη φιλία καθαυτή, τα συναισθήματα), όσα το φοβίζουν και το κρατούν πίσω, εντοπίστε τυχόν ανασφάλειές του, φροντίστε να το καθησυχάζετε διαρκώς πως όλα θα πάνε καλά και μην το απογοητεύετε.
Συνεργασία με το σχολείο: Η επικοινωνία με τον δάσκαλο ή τη δασκάλα πρέπει να παραμένει τακτική. Συζητήστε, πάντοτε ακούγοντας όσα έχει να σας πει, και έπειτα σχεδιάστε από κοινού μια στρατηγική που θα βοηθήσει το παιδί να γίνει αποδεκτό μέσα στην τάξη ή θα το ενδυναμώσει ώστε να μπορέσει να αντεπεξέλθει στη σχολική καθημερινότητα χωρίς να αισθάνεται ματαίωση. Εξετάστε αν, εκτός από την απομόνωση, το παιδί έρχεται αντιμέτωπο και με σχολικό εκφοβισμό. Σε τέτοια περίπτωση αποφύγετε την απευθείας σύγκρουση με άλλους γονείς και ζητήστε ουσιαστική θεσμική παρέμβαση. Αν πάλι αποδειχθεί ότι οι συμμαθητές του το απορρίπτουν εξαιτίας δικών του αρνητικών συμπεριφορών, αν δηλαδή είναι το ίδιο επιθετικό ή κακότροπο ή αγενές ή bully, φροντίστε να του επισημάνετε ήρεμα και ξεκάθαρα τις συνέπειες των πράξεών του και να το βοηθήσετε να ξεμπλέξει το συναισθηματικό κουβάρι που το οδήγησε σε αυτές, δηλαδή να φτάσει σε συναισθηματική αυτορρύθμιση.
Τέλος, να θυμάστε ότι η διαδικασία ομαλής κοινωνικοποίησης και ένταξης ενός παιδιού που έχει βρεθεί έστω και για λίγο καιρό στο περιθώριο των συνομηλίκων του μπορεί να πάρει αρκετό διάστημα, οπότε είναι σημαντικό να είστε υπομονετικοί και ενθαρρυντικοί. Αν διαπιστώσετε ότι ανησυχείτε υπερβολικά, αν το πρόβλημα επιδεινώνεται αντί να βελτιώνεται ή αν σας το προτείνει ο/η δάσκαλος/α, μη διστάσετε να συμβουλευτείτε έναν ειδικό ψυχικής υγείας, που θα σας δώσει πιο συγκεκριμένες κατευθύνσεις, στα μέτρα σας, αφού του δώσετε κάθε απαραίτητη πληροφορία για την οικογένειά σας και το πώς έχει μεγαλώσει ως τώρα το παιδί σας.
*Διαβάστε ακόμη: Ο πολύχρωμος και ελευθεριακός κόσμος του Δημήτρη Αστερίου